24.11.07

ΜΑΝΟΥ ΔΟΥΚΑΚΑΡΟΥ: Η λέσχη αξιωματικών στην Καστοριά


1969-1970


...την αμεσότητα των φυσικών υλικών, την πέτρα και του ξύλου αλλά και του οπλισμένου σκυροδέματος στον φέρων οργανισμό, που το αφήνει ανεπίχριστο στο φυσικό χρώμα του υλικού, αφενός ώστε να είναι το κτήριο απόλυτα ειλικρινή στις προθέσεις της αρχιτεκτονικής σύνθεσης αλλά και της ορθολογικής κατασκευαστικής του δομής προσεγγίζοντας την αρχέγονη λιτότητα του ελληνικού χαρακτήρα και αφετέρου γιατί προσαρμόζεται απόλυτα στο τοπίο με τρόπο μοναδικό.



ΕINAI ΑΠΟΛΥΤΑ σαφές ότι το δομημένο περιβάλλον στην Ελλάδα είναι ο καθρέφτης της ελληνικής κοινωνίας στο ιδιωτικό αλλά και στο δημόσιο προφίλ του.
Συντηρητικό, αυταρχικό, άναρχο, απεριποίητο κρύβεται πολλές φορές πίσω από ένα χαρισματικό φυσικό περιβάλλον. Πρωταρχικός σκοπός και βασικό ζητούμενο στην αναζήτηση της ιδέας ενός αρχιτεκτονικού έργου είναι να μην διαταράσσει το ήδη διαμορφωμένο φυσικό ή και δομημένο περιβάλλον ώστε να εντάσσεται και να εναρμονίζεται σ' αυτό με τρόπο διακριτικό ή επιθετικό, αλλά ταυτόχρονα δημιουργικό.

ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ της Καστοριάς στην περιοχή της δεξαμενής όπου βρίσκεται το Βυζαντινό Μουσείο και το Ξενία, βρίσκεται επίσης ένα τρίτο κτήριο (που συμπληρώνει την τριλογία) ίσως και το πιο αξιόλογο από αρχιτεκτονικής αξίας, αυτό της Λέσχης Αξιωματικών.
Η Λέσχη Αξιωματικών αποτελεί ένα σημαντικό αστικό συντελεστή της πόλης, που βιωματικά και συναισθηματικά υστερεί στην συνείδηση του Καστοριανού λόγο της ειδικής του χρήσης.

ΤΟ ΚΤΗΡΙΟ αυτό σχεδιάσθηκε από τον αρχιτέκτονα Κλέων Κραντονέλλη. Η αργοπορημένη του αναγνώριση, δεν οδήγησε σε κάποια μονογραφία η κάποιο σχετικό άρθρο του ίδιου του δημιουργού. Προτιμούσε να μην εξηγήσει ή να θεωρητικοποιήσει την δουλειά του, στάση που εξέφραζε την ιδιοσυγκρασία του εαυτού του.Ίσως πάλι τίποτα να μην είναι τυχαίο γιατί το αληθινό αρχιτεκτονικό έργο δεν φλυαρεί, ούτε επιδεικνύεται.
Η νεωτερικότητα των ιδεών και των αρχών που προσπάθησαν να εισάγουν οι αρχιτέκτονες μεταπολεμικά, αντανακλούσε σε μια συνολική προσπάθεια να γίνει η αρχιτεκτονική φορέας κοινωνικής, κατασκευαστικής και αισθητικής προόδου στο όραμα ενός καλύτερου περιβάλλοντος για το μέλλον του ανθρώπου.




Κλέων Κραντονέλλης


Ο ΚΛΕΩΝ ΚΡΑΝΤΟΝΕΛΛΗΣ, αφοσιωμένος οπαδός του μεταπολεμικού μοντερνισμού, μαζί με όσους τότε ονομάζονταν «νέοι (μοντέρνοι) αρχιτέκτονες», πρόδρομοι ενός ανανεωτικού πνεύματος που στα πλαίσια του κοινωνικού, πολιτικού και πολιτιστικού ριζοσπαστισμού της εποχής τους προσπάθησαν να δημιουργήσουν σημαντικά πρωτοποριακά έργα.

ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ του β' παγκοσμίου πολέμου είχε ήδη σχεδιάσει μερικές μονοκατοικίες και είχε υπηρετήσει στην Υπηρεσία Πολεοδομικών Μελετών της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών της Διοικήσεως της Πρωτευούσης και στη Διεύθυνση Πολεοδομίας του Υπουργείου Δημοσίων Έργων.
Για ένα μικρό διάστημα δίδαξε στο Πολυτεχνείο ως επιμελητής πολεοδομίας (1945-46), ταξίδεψε με υποτροφία στις ΗΠΑ και στον Καναδά για να μελετήσει οικιστικά θέματα (1946-47) και το 1947 προσελήφθηκε στο Υπουργείο Ανοικοδόμησης όπου σχεδίασε ένα πειραματικό οικισμό στον Άγιο Γεώργιο στο Κερατσίνι.
Το 1951-53 εργάστηκε στα Αρχιτεκτονικά Έργα του ΕΟΤ όπου και διετέλεσε διευθυντής των τεχνικών του Υπηρεσιών το 1965-67. Με αυτή την ιδιότητα σχεδίασε και επέβλεψε την κατασκευή του πρώτου πρότυπου τουριστικού ξενοδοχείου στην Ελλάδα, του "Αμφιτρύωνα" στο Ναύπλιο.

ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΝΑ από ένα σύντομο διάστημα όπου σχεδίασε διάφορα ιδιωτικά και δημόσια κτήρια, προσλήφθηκε στο Γραφείο Δοξιάδη όπου παρέμεινε πέντε χρόνια (1957-62). Εκεί εργάστηκε ως Διευθυντής Κλάδου Οικιστικών Μελετών, υπεύθυνος για σειρά έργων στην Ασία και στην Ελλάδα καθώς επίσης και την θέση του Διευθυντή του πολεοδομικού τμήματος, που μελετούσε τα ρυθμιστικά σχέδια του Πακιστάν και του Σουδάν.
Το 1963-64 σχεδιάζει το σπίτι του στην Πλάκα όπου ήταν και το πρώτο του έργο που δημοσιεύτηκε, παράλληλα σχεδιάζει την νέα χειρουργική πτέρυγα του "Ευαγγελισμού", ένα σπίτι στο Πόρτο Ράφτη και την περίοδο 1971-73 σχεδιάζει ένα από τα πιο εκλεπτυσμένα αστικά έργα της Ελλάδας, το κτήριο γραφείων και σταθμού διανομής της ΔΕΗ στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου.

ΤΟ 1969-1970 σχεδίασε την Λέσχη Αξιωματικών στην Καστοριά. Πρόκειται για ένα κτήριο όπου ο αρχιτέκτονας απέφυγε την μίμηση μορφών απευθείας δανεισμένες από την μακεδονίτικη αρχιτεκτονική όπως έκανε ο αρχιτέκτονας Χαράλμπος Σφαέλος με το Ξενία το 1953 και σχεδίασε ένα σύγχρονο, μοντέρνο κτήριο, που ερεθίζει την μνήμη να προκαλέσει το συναίσθημα διαμέσου παραστάσεων.
Απορρίπτοντας έτσι μια γραφική λύση ή κακόγουστα αρχιτεκτονικά ιδιώματα που συχνά παρουσιάζονται στην χυδαία νεοπαραδοσιακή (νεολογισμός ακατανόητος) αρχιτεκτονική στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην επαρχία, αναζήτησε το πνεύμα του τόπου (genius loci) και την αποτύπωσε σχεδιάζοντας ένα κτήριο επανερμηνέυοντας την λαϊκή παράδοση με μοναδικό τρόπο, άσκηση όχι και τόσο εύκολη, μιας και αυτό ήταν εκείνη την εποχή το ζητούμενο στον χώρο της αρχιτεκτονικής και γενικότερα της τέχνης και της διανόησης.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ του μακεδονίτικου σπιτιού αντλεί την πλαστική των όγκων, την αίσθηση των αναλογιών, την αμεσότητα των φυσικών υλικών, την πέτρα και του ξύλου αλλά και του οπλισμένου σκυροδέματος στον φέρων οργανισμό, που το αφήνει ανεπίχριστο στο φυσικό χρώμα του υλικού, αφενός ώστε να είναι το κτήριο απόλυτα ειλικρινή στις προθέσεις της αρχιτεκτονικής σύνθεσης αλλά και της ορθολογικής κατασκευαστικής του δομής, προσεγγίζοντας την αρχέγονη λιτότητα του ελληνικού χαρακτήρα και αφετέρου γιατί προσαρμόζεται απόλυτα στο τοπίο με τρόπο μοναδικό.
Χωρίς κανένα υλικό να υπερισχύει του άλλου πετυχαίνει τον σκοπό του Έλληνα μοντέρνου αρχιτέκτονα, την έκφραση, μέσω μιας νέας αρχιτεκτονικής γλώσσας που ωστόσο θα είναι τόσο αληθινή όσο θα συνδυάζει τα μηνύματα του ευρωπαϊκού ρασιοναλισμού με τις αξίες της αυτόχθονης αρχιτεκτονικής παράδοσης.

ΟΙ ΕΜΜΕΣΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ που χρησιμοποίησε, μεγάλος πρόβολος στη στέγη, προεξέχοντα στοιχεία στον όροφο, μικρά παραθυράκια με χρωματιστά γυαλιά στην πίσω όψη, προσεγγίζουν το μακεδονίτικο σπίτι σαν πηγή έμπνευσης και δημιουργικότητας προκαλώντας ένα επεισόδιο μοναδικό και χωρίς ίχνος ανταγωνισμού προς το παρακείμενο Ξενία και γενικότερα στο φυσικό περιβάλλον που εντάσσεται.
Κτήριο και τοπίο βρίσκονται σε συνεχή διάλογο, αλληλοδιεισδύοντας το ένα στο άλλο δημιουργούν μια σχέση ουσιαστική και αισθητικά άρτια.
Ένα έμπειρο μάτι αναγνωρίζει κατασκευαστικές λεπτομέρειες στο κτήριο που ακόμα και σήμερα όπου σχεδόν όλα είναι εφικτά στην κατασκευή, προκαλούν θαυμασμό για την σύλληψη μιας αυθεντικής και γνήσιας μίξης ισορροπίας, λειτουργικότητας και αισθητικής ηθικής.
Πρόκειται δηλαδή για μια επιτυχή προσαρμογή των βασικών μορφολογικών και συντακτικών αρχών του μοντέρνου κινήματος στις ιδιαιτερότητες του ελληνικού χώρου μακροσκοπικά, αλλά και μικροσκοπικά, στα τοπικά αρχιτεκτονικά ιδιώματα όπως αυτά διαμορφώθηκαν στο χρόνο.



Επίλογος

ΚΡΙΝΕΤΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟ να μην επεκταθεί αυτή η αναφορά εκτενέστερα και πιο ειδικά στο θέμα, πρωτίστως γιατί ασπάζομαι την βούληση και την θέση του δημιουργού στην μη θεωρητικοποιήση του έργου του, καθώς επίσης γιατί το αληθινό αρχιτεκτονικό έργο δικαιώνεται στο χρόνο βιωματικά και συναισθηματικά.
Στον ευρύτερο αφανισμό και απαξίωση της αρχιτεκτονικής σήμερα, αλλά και γενικότερα της ιδέας και του συναισθήματος, πρέπει να διατηρούμε αληθινά παραδείγματα καλών προθέσεων που διδάσκουν μετριοφροσύνη, ηθική, αισθητική και οξυδέρκεια του νου, στοιχεία που σήμερα είναι όλα παρεξηγημένα και παρερμηνευμένα.
Είναι δεδομένο πλέον ότι η πολιτεία δεν έχει καμιά πρόθεση άμεσα να προστατέψει με νομοθετικό πλαίσιο το αρχιτεκτονικό έργο του μοντερνισμού (Ξενία, Προσφυγικά Αλεξάνδρας κ.λ.π.) - (άλλο ένα αυτονόητο δεδομένο για κάθε πολιτισμένη ευρωπαϊκή χώρα) που στην χώρα μας φυσικά είναι και αυτό πολύπλοκο ζήτημα και χρειάζεται διάλογο και προτάσεις και ξανά διάλογο...

ΑΥΤΟ ΠΟΥ Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΑΣ επιβάλει, είναι η ατομική αναζήτηση των ηθικών μας αναφορών προς όφελος του συλλογικού καλού. Εμείς οι ίδιοι πρέπει να διατηρήσουμε και να προστατέψουμε την πολιτιστική μας κληρονομιά. Η δημιουργικότητα και οι νέες ιδέες προέρχονται από μια συνέχεια που πρέπει να είναι ζωντανή και ακέραια.
.




Βιβλιογραφία

-Δουμάνης Β. Ο., "Μεταπολεμική Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα", Αρχιτεκτονικά Θέματα, Αθήνα 1984.
-Γιακουμακάτος Α., Η Αρχιτεκτονική και η κριτική, ΝΕΦΕΛΗ, Αθήνα 2001.
-Γιακουμακάτος Α., Ιστορία της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής 20ος Αιώνας, ΝΕΦΕΛΗ, δεύτερη εκδ. Αθήνα 2004.
-Γιακουμακάτος Α., Στοιχεία για την Νεότερη Ελληνική Αρχιτεκτινική - Πάτροκλος Καραντινός, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2003.
-Φιλιππίδης Δ., Νεοελληνική Αρχιτεκτονική, ΜΕΛΙΣΣΑ, Αθήνα 1984.
Άνων., "Το σπίτι του Κραντονέλλη στην Πλάκα", Ζυγός 3/1965, σ.64.
-Φιλιππίδης Δ., "Η φευγαλέα μορφή του Κλέωνα Κραντονέλλη", Αρχιτεκτονικά Θέματα 31/1997 σ. 50.
-Φιλιππίδης Δ., "Η Σημασία του Ανεπίχριστου Μπετόν", Αρχιτεκτονικά Θέματα 40/2006, σ. 106.
-Δουμάνης Β. Ο., Όδηγός της μεταπολεμικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, 1945-1983,σ.36.



Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ το 2007.

Διαδικτυακοί τόποι: 

.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ