27.2.15

To μήνυμα στον τοίχο


ΟΔΟΣ 23.10.2014 | 761


Αγαπητή ΟΔΟΣ,

«Για να πονέσεις έναν τόπο και τους ανθρώπους του πρέπει πρώτα να το αγαπήσεις». Πρόταση διατυπωμένη στον επίλογο της ενυπόγραφης με τα αρχικά «Α.Δ.» επιστολής που δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 2 Οκτωβρίου, όπου διακρίνεται αναπόφευκτα –πώς θα μπορούσε να είναι άλλωστε αλλιώς- το αίσθημα θυμού αλλά και απελπισίας για το προδιαγραφόμενο μέλλον τόσο του Γηροκομείου, όσο και της Καστοριάς, από τον/την συντάκτη.

Τα συναισθήματα που κυριεύουν τους πολίτες της Καστοριάς για την ανενεργή πολιτιστική και πολιτισμική ζωή του αστικού ιστού, έρχονται σε απευθείας αντίθεση λοιπόν τα αισθήματα οργής και θυμού της «Α.Δ.» που προς στιγμήν προσπάθησε να «παραμελήσει», αφήνοντας τα έξω από το Γηροκομείο, όσο καθόταν συλλογιζόμενη στο κιόσκι.

Και θα αναρωτηθεί κάποιος πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετική η κλιμάκωση των συναισθημάτων (όπως φτάσει στο γνωστό «εν βρασμώ»), αφού η πόλη όντας «πρωτεύουσα» του νομού, υστερεί σε βασικότατες δομές και Αρχές (τοπικές, περιφερειακές, βουλευτικές και θεσμικές), καθιερώνοντας την ως παγκόσμια πρωτοτυπία.

Η πόλη έχει την μοναδική ευκαιρία να προστατέψει την πολιτισμική κληρονομιά της μέσω των προσπαθειών που ξεκίνησαν από το μέλος της Ελληνικής Εταιρείας κ. Βασίλειου Τσεμάνη, και επεκτάθηκαν μέσω των μελών της δημοτικής Αρχής που ηγούνταν ο κ. Χατζησυμεωνίδης, κατατάσσοντας την μεταξύ των «επτά σε μεγαλύτερο κίνδυνο μνημεία της Ευρώπης», το γνωστό πλέον πρόγραμμα διάσωσης της Europa Nostra.

Παρά ταύτα, ακόμα και σε αυτήν την καίρια χρονική συγκυρία, υπάρχουν εκφραστές του ηλεκτρονικού και όχι μόνο Τύπου, που πέρασαν την είδηση στα «ψιλά», προτάσσοντας την αδιαφορία τους επί του θέματος, θεαματικά αρκούντες σε κορδέλες και κορδελάκια, φιογκάκια, φρουφρού και αρώματα των βουλευτών και των απόψεων τους, σαν να είναι τα γραφεία τύπου των εκάστοτε ισχυρά πολιτικών προσώπων του τόπου. «Όπου γάμος και χαρά η Βασίλω πρώτη» ένα πράγμα που λένε πολλοί, και δεν στερούνται δίκιο.

Αναπόφευκτα λοιπόν, οι Καστοριανοί και όχι μόνο, γίνονται θεατές των επιλεκτικών ορέξεων προβολής των τοπικών ΜΜΕ, αναγκασμένοι να συνυπάρχουν με τις εκάστοτε φιλοδοξίες των Αρχών, αλλά και για παράδειγμα των ορέξεων πολλών τρίτων ανεπιφανών προσώπων (π.χ. των ιδιόρρυθμων δασκάλων), όπως συνέβη στο ζήτημα της Αρχιτεκτονικής Σχολής.

Έτσι, σε κάθε ευκαιρία προσπαθούν να «επικυρώσουν» με τις θέσεις αλλά και τις στάσεις τους, την διαφορετικότητα μιας κοινωνίας, η οποία σκέφτεται και ενεργεί μακρυά από τα στενά όρια του μυαλού τους, δίνοντας την ευκαιρία αρπαγής και διαφυγής σε οτιδήποτε φωτεινό προοριζόταν για την Καστοριά. Με το υπάρχον αυτό τοπικά νοσηρό καθεστώς, άδραξε την ευκαιρία η πόλη των Ιωαννίνων και της Κοζάνης, ενεργοποιώντας τους μηχανισμούς της η κάθε μία, ώστε να οικειοποιηθούν ό,τι ανήκε στην Καστοριά.

Και κατά την γνώμη αρκετών, σωστά έπραξαν, αφού οι κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι της Καστοριάς και όχι μόνο, αδρανείς και σφυρίζοντας αδιάφορα, πέταξαν μια μοναδική ευκαιρία ίδρυσης Πανεπιστημίου στην πόλη. Αφού βέβαια προηγήθηκε η έγκριση και δαπάνη αρκετών χρημάτων –εν μέσω κοινωνικής και οικονομικής κρίσης- για την ανακατασκευή του πρώην 1ου Γυμνασίου, σε πρότυπα πανεπιστημιακά.

Και αργότερα υπογράφηκε και με την βούλα που λένε, η μετεγκατάσταση, του 1ου και 8ου Δημοτικού Σχολείου, στο νέο πανεπιστημιακό κτήριο, υλοποιώντας τα καπρίτσια και τις επιθυμίες των επαναστατών δασκάλων. Με αυτόν τρόπο, και όντας σε ατμόσφαιρα προεκλογικής περιόδου, αφόπλισαν τους μελλοντικούς υποψηφίους βουλευτές, από κάθε διαπραγματευτικό εγχειρίδιο με το «κράτος των Αθηνών» για την επιστροφή της Αρχιτεκτονικής Σχολής.

Και πως θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, όταν πριν λίγους μήνες, ο νυν περιφερειάρχης κ. Καρυπίδης, έταζε στο εκλογικό σώμα της Καστοριάς την επιστροφή της «Ιωάννειας» Αρχιτεκτονικής Σχολής (όπως λέμε για τα Ελγίνεια μάρμαρα) και ο νυν δήμαρχος Καστοριάς (και οι περισσότεροι αν όχι όλοι), διατυμπανίζει πως «η Σχολή χάθηκε». Και συν τοις άλλοις, προεκλογικά ο ίδιος και τα μέλη του συνδυασμού του μιλούσαν περί «κατάντιας» στην προοπτική ενδεχόμενης ένταξης της Καστοριάς στην Europa Nostra.

Δίνουν έτσι στους κατοίκους των υπόλοιπων Περιφερειακών Ενοτήτων το εναρκτήριο λάκτισμα για «χλευασμό» και μειδιάματα έναντι των πολιτών της Καστοριάς, που προφανώς οι ίδιοι αρκούνται στο άκουσμα ύπαρξης των «Ενεργών πολιτών», ξαπλώνοντας κάθε βράδυ ήσυχοι και σίγουροι για την εξελικτική πορεία της πόλης.  Όταν τα προβλήματα που βασανίζουν τους ίδιους αρκούνται στο παράνομο κυνοκομείο στον στρατώνα Μαθιουδάκη, στον κίνδυνο εμπρησμού της Κουμπελίδικης (όταν θα εορτάζονταν η 17η Νοεμβρίου, λόγω της ύπαρξης φοιτητών πλησίον της) και στην κοπή των δέντρων λόγω κλίσης.

Ενεργώντας με αυτόν τον τρόπο ο κύκλος των «χαμένων» πολιτών, πολιτικών και δημοτικών, έφτασε η Καστοριά να μην έχει Πνευματικό Κέντρο, Θέατρο (εκτός της καλοκαιρινής περιόδου, βλ. Θέατρο Δάσους), ακόμα και κινηματογράφο. Φαίνεται πως η πολιτιστική ζωή της πόλης έχει βαλτώσει, αυτάρκεις μόνο με την ύπαρξη πανηγυριών και χοιρινών μυρωδιών.

Και αν τα αρχοντικά στολίδια του αστικού ιστού πέφτουν, δεν έχει καμιά σημασία. Ακόμα και «οθωμαμικά» κτίσματα, ζητούν αναστηλωτή, εν μέσω αδιαφορίας για την πιθανή τους κατάπτωση. Φυσικά όλοι αυτοί, έχουν φροντίσει να εξωτερικεύει η πόλη, ένα πρόσωπο απολίτιστο, όμοιο με αυτό της «Βαρβαρίας», που ικανοποιούνται από λεηλασίες και καταστροφές σε ό,τι θυμίζει Ελλάδα.

Φυσικά έχουν επιπλέον πολλά κοινά στοιχεία, όπως τα τσιφτετέλια, τους νταλκάδες και τους καημούς, επομένως υπάρχουν πολλά παραπάνω που τους συνδέουν απ’ αυτά που τους χωρίζουν. Ενδεχομένως να ηχεί φάλτσα στα αυτιά μία τέτοια άποψη, παρά ταύτα η συγκεκριμένη μη Καστοριανή «κουλτούρα» όχι μόνο δεν παύει να υφίσταται αλλά απεναντίας διαιωνίζεται ακόμα και στις νεότερες γενεές.



Πνευματικό κέντρο Καστοριάς


Η πόλη στη οποία φιλοξενήθηκαν και λειτούργησαν ευεργετικά, η εκκλησιαστική σχολή του Καστριώτη το 1705, «το Ανώτερον Σχολείον Κυρίτζη» το 1710 και το «Ελληνικό Σχολείον του Νικολάου Πετρίτη» στις αρχές του 1800 –κτήρια που την ανέδειξαν σε κέντρο του ελληνισμού και της μόρφωσης, διαιωνίζοντας την εθνική συνείδηση, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα- κατέληξε να μην έχει ίχνος πολιτισμού και πολιτιστικής ακμής.

Το σύνθημα στον τοίχο του άλλοτε στεγασμένου Πνευματικού Κέντρου «Τον πολιτισμό τον σκότωσαν οι διαχειριστές της αποικίας» φαίνεται πως μέχρι στιγμής το επιβεβαιώνουν πλήρως οι ιθύνοντες. Δεν έχουν παρά να αποδείξουν, αν θα συνεχίσει και στα επόμενα χρόνια, να επαληθεύεται από τις πράξεις και τα έργα των αιρετών, υπενθυμίζοντάς μας τις προθέσεις τους.

Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 23 Οκτωβρίου 2014, αρ. φύλλου 761



3 σχόλια:

  1. Ανώνυμος27/2/15

    Υπέροχο κείμενο, μπράβο στον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος27/2/15

    Γράφει ο Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος προς το τέλος:
    "Η πόλη στη οποία φιλοξενήθηκαν και λειτούργησαν ευεργετικά, η εκκλησιαστική σχολή του Καστριώτη το 1705, «το Ανώτερον Σχολείον Κυρίτζη» το 1710 και το «Ελληνικό Σχολείον του Νικολάου Πετρίτη» στις αρχές του 1800 –κτήρια που την ανέδειξαν σε κέντρο του ελληνισμού και της μόρφωσης, διαιωνίζοντας την εθνική συνείδηση, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα- κατέληξε να μην έχει ίχνος πολιτισμού και πολιτιστικής ακμής".
    -Η πόλη κατέληξε να μην έχει ίχνος πολιτισμού και πολιτιστικής ακμής, γιατί τη διαχείρισή της ανέλαβαν "άρχοντες" από άλλα, ξένα, μέρη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμος27/2/15

    Ξένα μέρη: μεταφορικά και κυριολεκτικά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ