7.6.14

Τα επίσημα πρακτικά (I)

της συνεδρίασης του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων με θέμα: «Χαρακτηρισμός ή μη ως μνημείου του κτηρίου στρατωνισμού-διοίκησης στο πρ. στρατόπεδο “Μαθιουδάκη” Καστοριάς»






ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ
ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΝΕΩΤΕΡΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ

Πρακτικό 7/21.3.13
[α' μέρος]

Αθήνα, Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013 στο αμφιθέατρο του κτηρίου στην οδό Μπουμπουλίνας 20-22, συνεδρίασε το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων όπως αυτό συστάθηκε με το Ν.3028/02.

Στη συνεδρίαση παρευρέθησαν οι κκ: Λ. Μενδώνη γ.γ. πολιτισμού ΥΠΑΙΘΠΑ και πρόεδρος ΚΣΝΜ (θέματα 5-7), Ν. Μαυρικάς αντιπρόεδρος νομ.συμβουλίου του κράτους στο ΥΠΑΙΘΠΑ/ΓΓΠ και προεδρεύων του ΚΣΝΜ, Ε. Γατοπούλου, προϊ/νη γ.δ/νσης αναστήλωσης μουσείων και τεχνικών έργων ΥΠΑΙΘΠΑ/ΓΓΠ, Μ. Βλαζάκη-Ανδρεαδάκη προϊ/νη γ.δ/νσης αρχαιοτήτων και πολιτιστικής κληρονομιάς ΥΠΑΙΘΠΑ/ΓΓΠ, Μ.Ταπανλή-Δάνια προϊ/νη της ΥΝ ΜΤΕ Β.Αιγαίου ΥΠΑΙΘΠΑ/ ΓΓΠ, Ν. Ζίας ομ.καθ. ιστορίας τέχνης στο Εθν. Καποδιστριακό Παν. Αθηνών, Ε. Βιντζηλαίου πολ. μηχανικός, καθ. στο ΕΜΠ, Ο. Μεντζαφού-Πολύζου ιστορικός τέχνης, επ. δ/ντρια της δ/νσης συλλογών και μουσειολογικού προγραμματισμού εθν.πινακοθήκης μουσείου Αλ. Σούτσου και τεχν. σύμβουλος ΕΠΜΑΣ, Μ.Φουντουκού αρχιτέκτων, ε.δ/ντρια ΥΠΠΟ, Γ.Τζιρτζιλάκης αρχιτέκτων, επικ.καθ.Πανεπ. Θεσσαλίας, Ν. Νικολαΐδης αρχιτέκτων-μηχανικός, εκπρ. ΤΕΕ, Μ. Λαμπρινού προϊ/νη ΥΝΜΤΕ Ιον.Νήσων ΥΠΑΙΘΠΑ/ ΓΓΠ. Στη συνεδρίαση αυτή δεν προσήλθαν τα μέλη, αν και προσκλήθηκαν με το νόμιμο τρόπο: Λ. Παλιούρας και ο αναπ/της του Γ. Καρυδάκης, Γ. Γκανασούλης και η αναπ/ρια του Α. Ρέλλια, Ι. Δημακόπουλος, Α. Καραδέλογλου, Π. Τουρνικιώτης και ο αν/της του Ε. Μαρμαράς. Εισηγήτριες στο ΚΣΝΜ ήταν οι: Α. Σιγανίδου προϊ/νη ΔΙΝΣΑΚ του ΥΠΑΙΘΠΑ/ΓΓΠ, Β. Δραγώνα αν. προϊ/νη ΔΑΝΣΜ του  ΥΠΑΙΘΠΑ/Γ ΓΠ. Γραμ/εας στο ΚΣΝΜ ήταν η Αικ. Γλυνού υπ/λος στο ΥΠΑΙΘΠΑ/ΓΓΠ.

ΘΕΜΑ 7:
Χαρακτηρισμός ή μη ως μνημείου του κτηρίου στρατωνισμού-διοίκησης στο πρ. στρατόπεδο «Μαθιουδάκη» του δήμου Καστοριάς, ΠΕ Καστοριάς, ιδιοκτησίας ελληνικού δημοσίου. Εισηγήτρια: Α.Σιγανίδου.


Το ΚΣΝΜ αφού έλαβε υπόψη: α) το με α.πρωτ. ΥΠΑΙΘΠΑ/ΓΔΑΜΤΕ/ΔΝΣΑΚ/6277/ 793/80/16. 1.13 έγγραφο της ΔΙΝΣΑΚ του ΥΠΑΙΘΠΑ προς το ΚΣΝΜ, β) τα σχέδια, τις φωτογραφίες και τα λοιπά έγγραφα των φακέλων, γ) τα άρθρα 13,14,15 του κώδικα Διοικ. Διαδ/σιας, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν.26 90/99 (ΦΕΚ45/1999τ.Α’), δ) το Ν.3028/02 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς» (ΦΕΚ153/02 τ.Α’), ε) την εισήγηση της αρμοδίας εισηγήτριας επί του θέματος, κ. Σιγανίδου, προϊσταμένης της ΔΙΝΣΑΚ του ΥΠΑΙΘΠΑ, την ανάγνωση του πρακτικού αυτοψίας και την κατόπιν τούτων τοποθέτηση των μελών όπου αναφέρονται τα εξής: η ΕΝΜ Κεν. Μακεδονίας, με το α.πρ. 2817/12.12.12 έγγραφό της, διαβίβασε στην δ/νση μας το φάκελο του θέματος που αφορά στο χαρακτηρισμό ή μη ως μνημείου του κτηρίου στρατωνισμού-διοίκησης στο πρ. στρατόπεδο «Μαθιουδάκη» του δήμου Καστοριάς, ΠΕ Καστοριάς, κατόπιν αίτησης της αναδόχου κοιν/ξιας Εύδρομος ΑΤΕ-Κέραμος ΑΤ ΟΕΕ, με συνημμένο φάκελο μελέτης κατεδάφισης για το ως άνω κτήριο.


  • Εισαγωγή


Το κτήριο του θέματος βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του πρ. στρατ. «Μαθιουδάκη» σε ευθεία απόσταση περίπου 800 μέτρων νοτιοδυτικά του ιστορικού πυρήνα της Καστοριάς. Λόγω θέσης διαθέτει μέτωπο επί της Λ. Γράμμου, κύριας οδικής αρτηρίας η οποία διέρχεται σε άμεση εγγύτητα από τα ανατολικά καθώς επίσης επί δημοτικής οδού δευτερεύοντα δρόμου που παρέχει πρόσβαση στην είσοδο του πρ. στρατοπέδου από τα νότια.

Στις υπόλοιπες πλευρές (δυτική-βόρεια), συνέχεται με την έκταση του πρ. στρατοπέδου και τα διάσπαρτα, πρόσθετα στρατιωτικά κτήρια που αυτή ενσωματώνει. Με βάση το ισχύον πολεοδομικό σχέδιο (1) η εφαρμογή του οποίου παραμένει σε εκκρεμότητα, το διώροφο κτήριο τοποθετείται στο εσωτερικό αδόμητου κατά τα λοιπά οικοδ.τετραγώνου (ΟΤ237Α), συνολικής επιφάνειας 3392,34τμ (κάλυψη κτηρίου: 555,96 τμ, δόμηση: 1.219,51 τμ).

Το εν λόγω οικοδομικό τετράγωνο περιβάλλεται στα μεν ανατολικά και νότια από τις αντιστοίχως ήδη υφιστάμενες οδούς (Λ.Γράμμου-δημοτική οδός), στις δε υπόλοιπες πλευρές από δημοτική οδό (βόρεια) και πεζόδρομο (δυτική). Το υπουργείο Εθνικής Άμυνας παραχώρησε κατά κυριότητα στο δήμο Καστοριάς έκταση του πρ. στρατ.«Μαθιουδάκη», επιφανείας 3.167 τμ, με σκοπό στη συνέχεια τη παραχώρηση της έκτασης από το δήμο στο υπουργείο Προ-Πο, για χρήση της ελλ. Aστυνομίας, προκειμένου να ανεγερθεί νέο κτήριο για τη στέγαση της Aστυνομικής δ/νσης Καστοριάς.

Σε ό,τι αφορά στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, το ακίνητο ανήκει στο ελληνικό Δημόσιο. Το ‘04 το υπουργείο Προ-Πο ανέθεσε στην ΚΕΔ την προώθηση των διαδικασιών χρηματοδότησης για το έργο. Η χρηματοδότηση του έργου προβλέπεται από σύμβαση δανείου με βάση το Ν.2469/1997, που σύναψε η ΚΕΔ αε με την Εμπορική τράπεζα Ελλάδος. Σύμφωνα με την ΚΥΑ ΦΕΚ277 9/Β/02.12.12, οι αρμοδιότητες της ΚΕΔ μεταφέρονται στη γ.γ. δημόσιας περιουσίας και στην ΟΣΚ αε. Η σχετική σύμβαση ανάθεσης εργασιών υπεγράφη στις 28.08.12 και προβλέπει την κατεδάφιση του υφισταμένου κτηρίου και την κατασκευή νέου, καθώς και τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου.

Επισημαίνεται ότι στην περιοχή του, δεν υφίστανται κτήρια χαρακτηρισμένα από το ΥΠΑΙΘ ΠΑ, ως «νεώτερα ακίνητα μνημεία», ούτε εκτάσεις, χαρακτηρισμένες ως «ιστορικοί τόποι», με βάση τις σχετικές διατάξεις του ν.3028/2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς».

Επισημαίνεται ότι, για το ζήτημα της κατεδάφισης ή μη του κτηρίου του θέματος, η 16η ΕΒΑ έχει ήδη διατυπώσει απόψεις συνηγορώντας στην καθαίρεση όπως και στη διενέργεια εκσκαφών για την ανέγερση νέου κτηρίου, στην ίδια θέση (16η ΕΒΑ απ.3031/9.10.12).


  • Ιστορικό


Σε συνέχεια του αιτήματος, μηχανικοί της Εφορείας προχώρησαν σε συνεργασία με εκπροσώπους της εμπλεκομένης κοιν/ξιας (8.11.12), σε συνέχεια της οποίας ζητήθηκε η υποβολή διορθωμένων σχεδίων αποτύπωσης και λοιπών συμπληρωματικών στοιχείων. Τα παραπάνω προσκομίστηκαν στην Εφορεία δια χειρός στις 15.11.12, με σημαντικές εκ νέου ανακρίβειες στα σχέδια αποτύπωσης. Η ΕΝΜΚΜ λαμβάνοντας υπόψη τα υποβληθέντα στοιχεία, τα στοιχεία που τέθηκαν στη διάθεσή της από ενδιαφερόμενο πολίτη καθώς επίσης τις παρατηρήσεις από την επιτόπια μελέτη του κτίσματος, κατά την προαναφερθείσα αυτοψία, τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν με σχετική βιβλιογραφική έρευνα και τα επαρκούς ακρίβειας σχέδια αποτύπωσης που συντάχθηκαν στο πλαίσιο διπλωματικής εργασίας στο ΑΠΘ (2), αναφέρει τα εξής:


  • Αξιολόγηση κτηρίου


Συσχετισμός με την ευρύτερη περιοχή
Όπως προαναφέρθηκε, το κτήριο του θέματος βρίσκεται σε απόσταση από τον ιστορικό πυρήνα της Καστοριάς. Εντοπίζεται, για την ακρίβεια, στο ψηλότερο σημείο τοπικής στένωσης της δομημένης λωρίδας γης η οποία αναπτύσσεται ανάμεσα στην ομώνυμη λίμνη και τις υπώρειες κοντινού πρό βουνου, συνιστώντας την επέκταση της πόλης προς τα δυτικά κατά τα μεσοπολεμικά και κυρίως μεταπολεμικά χρόνια.

Στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα, η φυσιογνωμία της εν λόγω περιοχής ήταν τελείως διαφορετική. Αν και από τα μέσα του 19ου αιώνα μαρτυρείται επέκταση του οικιστικού ιστού της Καστοριάς πέρα από τις οχυρώσεις του «λαιμού» της ομώνυμης χερσονήσου (συνοικίες Χασάν Καδή, Βαρόσι, Κάτω Αγορά, Ψαράδικα), στη συγκεκριμένη τοποθεσία δεν επιβεβαιώνεται συνεκτική δόμηση και κατ’ επέκταση κατοίκηση (3).

Η ύπαρξη πηγής θερμού ύδατος, της αποκαλούμενης «πηγής της Ντόπλιτσας» συνετέλεσε ωστόσο στην προσέλκυση ενός μικρού αριθμού χαρακτηριστικών κτηριακών υποδομών με πρώτο τον τεκέ του Σαντζακτάρ Αλή Μπαμπά. Λατρευτικό συγκρότημα δερβίσηδων αποτελούμενα από πολυγωνικό ταφικό μνημείο και διώροφη κατοικία ο τεκές κτίστηκε σε άγνωστο χρόνο μετά την οθωμανική κατάκτηση και δεν διασώθηκε μέχρι τις μέρες μας (4).

Κατά την όψιμη οθωμανική περίοδο πλησίον του τεκέ κτίζονται δύο σημαίνοντα δημόσια κτήρια, για την εξυπηρέτηση διακριτών αναγκών της πόλης. Το πρώτο, επίσης μη χρονολογημένο με ακρίβεια και κατεδαφισμένο σήμερα, ήταν το τελωνείο. Επρόκειτο για ισόγειο κτίσμα με κάτοψη σχήματος “Τ”, το οποίο διακρίνεται ξεκάθαρα σε φωτογραφία εποχής από κοινού με τις κτηριακές εγκαταστάσεις του τεκέ λίγο ψηλότερα (5).

Το δεύτερο -και μοναδικό που διασώθηκε μέχρι τις μέρες μας- ήταν το εξεταζόμενο κτήριο στρατωνισμού-διοίκησης. Ανεγέρθηκε πλησίον του τελωνείου, σε ορατό μέχρι σήμερα φυσικό ύψωμα, επί της βορειοδυτικής πλευράς της Λ.Γράμμου. Έτσι εξασφάλισε εξαρχής, περίοπτη θέση στην περιοχή της δυτικής -και κύριας- εισόδου της πόλης. Για τις ανάγκες λειτουργίας του νέου στρατιωτικού κτηρίου, οικοδομήθηκε πλησίον του, το πιθανότερο ταυτόχρονα ή με μικρή χρονικά διαφορά ενιαίο κτίσμα στάβλων το οποίο δεν διατηρείται (6).

Σε μεταγενέστερo χρόνο, δε, και ειδικότερα κατά τη διάρκεια της μεσοπολεμικής και μεταπολεμικής περιόδου, το κεντρικό διώροφο κτίσμα πλαισιώθηκε από πρόσθετες στρατιωτικές εγκαταστάσεις, συγκεκριμένα κτήριο διαμονής οπλιτών, κτήριο αναρρωτηρίου, κτήριο μαγειρείων-εστιατορίου και αποθηκευτικά κτίσματα. Οι παραπάνω κατασκευές διατηρούνται μέχρι σήμερα και, για ορισμένες από αυτές (κτήριο διαμονής οπλιτών, κτήριο αναρρωτηρίου), η εφορεία επιφυλάσσεται να επανέλθει με πρόταση χαρακτηρισμού τους, ως «νεωτέρων ακινήτων μνημείων», λαμβάνοντας υπόψη την ήδη θεσμοθετημένη προστασία ανάλογης ογκοπλασίας, κατασκευαστικής δομής και μορφολογίας κτηρίων, σε άλλα στρατόπεδα του βορειοελλαδικού χώρου (7).

Εκτός από τις πρόσθετες στρατιωτικές υποδομές, τα μεσοπολεμικά και μεταπολεμικά χρόνια αποτέλεσαν περίοδο πύκνωσης και του οικιστικού πλέγματος περιμετρικά του επιμήκους κτηρίου. Η πυκνή ανέγερση πολυώροφων κατασκευών στη ζώνη μεταξύ του κτίσματος και της παρακείμενης όχθης της λίμνης της Καστοριάς, στο πλαίσιο της προαναφερθείσας επέκτασης της πόλης προς τα δυτικά, είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της προβολής του στο ευρύτερο περιβάλλον όχι όμως μέχρι σημείου, πλήρους απάλειψης της χαρακτηριστικής περίοπτης παρουσίας του.

Ακόμη και στο πλαίσιο του προδιαγραφόμενου, βάσει του ισχύοντος πολεοδομικού σχεδίου, κατακερματισμού της έκτασης του πρ. στρατ. «Μαθιουδάκη» σε οικοδομήσιμα οικοδομικά τετράγωνα, το διώροφο κτήριο στρατωνισμού-διοίκησης θα συνεχίσει να αποτελεί, λόγω θέσης και κλίσης του εδάφους, ισχυρό σημείο οπτικής εστίασης και κατ’ επέκταση αναφοράς επί της Λ. Γράμμου, με δυνατότητα προβολής και επί της παραλίμνιας λεωφόρου (Λ. Κύκνων), μέσω της κάθετης οδού Ξενοφώντος.


  • Χρονολόγηση-Ιστορική εξέλιξη


Το επίμηκες κτήριο στρατωνισμού-διοίκησης ανεγέρθηκε, σύμφωνα με τις δημοσιευμένες εκτιμήσεις, το 1903 ή 1904, το πιθανότερο σε άμεσο συσχετισμό με την επανάσταση του Ίλιντεν. Όπως προκύπτει από σχετική μαρτυρία, ο μουτεσερίφης του Σαντζακιού της Κορυτσάς, Μεχμέτ Αλή Πασάς, αναγκάστηκε, σε συνέχεια της εκδήλωσης της εξέγερσης (Αύγ. 1903) και προκειμένου να αντιμετωπίσει την έκρυθμη κατάσταση μετά την καταστολή της (Σεπτ. 1903), να μεταφέρει, εντός του 1903, την έδρα του, και μαζί στρατιωτικές δυνάμεις, από την Κορυτσά στην Καστοριά. Για την εγκατάσταση των εν λόγω δυνάμεων ανεγέρθηκε, κατά τα φαινόμενα, το εξεταζόμενο κτήριο, από κοινού με το ήδη μνημονευμένο, γειτονικό κτίσμα των στάβλων (8).

Η ανέγερση μόλις δύο κτισμάτων και η συνακόλουθη συγκέντρωση του συνόλου των συναφών λειτουργιών σε αυτά, την ίδια στιγμή που σε άλλες βορειοελλαδικές πόλεις (πχ Θεσ/νικη, Σέρρες) οι Οθωμανοί δημιουργούν πολυμερή κτηριακά σύνολα για την εξυπηρέτηση των στρατιωτικών αναγκών, αποτελεί αξιοπρόσεκτη ιδιομορφία για το παράδειγμα της Καστοριάς. Ιδιομορφία η οποία, από κοινού με την κατά πολύ ισχυρότερη μορφολογική λιτότητα των όψεων του εξεταζόμενου κτηρίου σε σχέση με τα ομόχρονα στρατιωτικά κτίσματα των υπόλοιπων βορειοελλαδικων πόλεων, δεν αποκλείεται να αντανακλά τον επείγοντα χαρακτήρα της οικοδόμησής του και, κατ’ επέκταση της στέγασης στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή.

Κατά την απελευθέρωση της Καστοριάς στις 11.11.1912 δημοσιευμένες μαρτυρίες αναγνωρίζουν το συγκεκριμένο κτήριο ως το ένα από τα δύο σημεία της πόλης -το άλλο ήταν ο μητροπολιτικός ναός- όπου υψώθηκε η ελληνική σημαία (9).




Με την εγκατάσταση της νέας διοίκησης η χρήση του, όπως και του άμεσου περιβάλλοντα χώρου περνά στον ελληνικό στρατό, ο οποίος μετά την αποχώρησή του για το μικρασιατικό μέτωπο, στα τέλη της δεκαετίας του 1910 το αφήνει κενό. Ακολουθεί η στέγαση προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής ενώ παράλληλα διατυπώνονται προτάσεις για μονιμότερη αξιοποίηση, ως δημοτικό νοσοκομείο ή εκκλησιαστικό εκπαιδευτήριο.

Εν τέλει, το 1930 η χρήση του κτηρίου επανέρχεται στον στρατό ο οποίος, με την παρεμβολή της πρόσκαιρης κατάληψής του από τους Ιταλούς και Γερμανούς κατακτητές κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου καθώς και της αξιοποίησής του κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, το διατηρεί σε λειτουργία μέχρι το 2000. Τη χρονιά εκείνη, το διώροφο κτήριο, όπως και ολόκληρη η έκταση του πρ. στρατ.«Μαθιουδάκη», εγκαταλείπονται και, έκτοτε, παραμένουν χωρίς χρήση (10).



  • Περιγραφή - Ογκοπλαστική οργάνωση


Το κτήριο του θέματος συντίθεται από τριώροφο, κυβοειδή κεντρικό πυρήνα και διώροφες, επιμήκεις πλευρικές πτέρυγες οι οποίες διατάσσονται σε ελαφριά υποχώρηση προς τα προβαλ λόμενα μέτωπα του τελευταίου (νοτιοανατολικό-βορειοδυτικό). Ολόκληρος ο κτηριακός όγκος ενσωματώνεται στην κλίση του εδάφους με αποτέλεσμα από τη χαμηλότερη (νοτιοανατολική) πλευρά να προβάλλει διώροφος με τριώροφο κεντρικό πυρήνα, και από την ψηλότερη (βορειοδυτική) μονώροφος υπερυψωμένος με διώροφο υπερυψωμένο κεντρικό πυρήνα. Το κεντρικό τμήμα του καλύπτεται με τετράρριχτη στέγη, ενώ οι πλευρικές πτέρυγες με τρίρριχτη.

Πρόκειται για τυπικό δείγμα ως προς την ογκοπλασία οθωμανικού στρατιωτικού κτηρίου των αρχών του 20ού αιώνα το οποίο στο συγκεκριμένο επίπεδο παρουσιάζει σαφείς ομοιότητες με σειρά ομόλογων και ομόχρονων κτισμάτων ανά τον βορειοελλαδικό χώρο. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουμε ως πλέον συγγενικά τα ακόλουθα κτίσματα της Θεσ/νικης και της ευρύτερης περιοχής της:

α) τα επιμήκη κτήρια στρατωνισμού του πρ. στρατ.«Παύλου Μελά» (διατηρητέα ως προς το κέλυφος, σύμφωνα με την υπουρ. απόφαση ΥΠΠΟ/ΔΝΣΑΚ/Γ/532/64683/19.11. 03 ΦΕΚ1786/Β/2.12.03),

β) το επίμηκες κτήριο του στρατηγείου του Γ’ Σώματος Στρατού (διατηρητέο κτήριο, σύμφωνα με την υπ.απόφαση ΥΠΠΕ/Α/Φ31/23549/ 3080/16.6.1977 ΦΕΚ718 /Β/30.7.1977), καθώς και τα ισόγεια κτίσματα συνοδείας (με διώροφο κεντρικό πυρήνα) και το διώροφο κτήριο, στο οποίο στεγάζεται το πολεμικό μουσείο Θεσ/νικης, πλησίον του στρατηγείου,

γ) το επίμηκες διοικητήριο του πρ. στρατ.«Κόδρα» (διατηρητέο κτήριο σύμφωνα με την υπ.απόφαση ΥΠΠΟ/ΔΙΝΕΣΑΚ/12366/321/14.3.07ΦΕΚ113/ΑΑΠ/28.3.07) η αρχική ογκοπλασία του οποίου αποτελεί επί της ουσίας πανομοιότυπη επανάληψη αυτής του κτηρίου της Καστοριάς.


  • Μορφολογικά στοιχεία


Στο καθαρά μορφολογικό επίπεδο, το εξεταζόμενο κτίσμα έχει να επιδείξει, όπως ήδη αναφέρθηκε, χαρακτηριστική λιτότητα, για λόγους που πιθανότατα σχετίζονται με τις συνθήκες ανέγερσής του. Πέρα από τα κλιμακοστάσια που παρέχουν πρόσβαση στις εισόδους του 1ου ορόφου (κύριο κλιμακοστάσιο με συμμετρικούς μονούς βραχίονες στο κέντρο της νοτιοανατολικής όψης-πλευρικό κλιμακοστάσιο μονού βραχίονα επί της νοτιοδυτικής όψης), το κύριο στοιχείο εμπλουτισμού των εξωτερικών μετώπων είναι τα αξονικά και συμμετρικά στοιχισμένα ανοίγματα. Από αυτά εκείνα του 1ου και του 2ου ορόφου διαθέτουν τοξωτή απόληξη και βάση τονισμένη με επίπεδη ταινία.

Στη ζώνη του ισογείου διακρίνονται μεταβλητών διαστάσεων θύρες παράθυρα και φεγγίτες, που στοιχίζονται, ωστόσο κατακόρυφα με τα υπερκείμενα ανοίγματα των ορόφων. Διακοσμητικά στοιχεία γύρω από τα παρά θυρα και τις θύρες εισόδου δεν επισημαίνονται, με εξαίρεση την πλατιά επίπεδη ταινία, η οποία περιβάλλει την τοξωτή είσοδο του 1ου ορόφου, στο κέντρο της νοτιοανατολικής όψης. Πέραν αυτής οριζόντιες επίπεδες ταινίες τονίζουν τις στάθμες διαχωρισμού των επιμέρους επιπέδων.

Στη βάση των στεγών, διαμορφώνεται απλό γείσο, ενώ οι εξωτερικές ακμές του κτίσματος τονίζονται με ψευδοπαραστάδες οδοντωτής μορφής, σε προσπάθεια μίμησης κατακόρυφα εναλλασσόμενων γωνιόλιθων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η παραπάνω εικόνα αποτελεί την κατάληξη σειράς ευκαιριακών παρεμβάσεων στο αρχικό κτίσμα, η μορφή του οποίου, όπως αποτυπώνεται σε αποκαλυπτική φωτογραφία των αρχών του 20ού αιώνα είχε να επιδείξει παρά τη λιτότητα των μορφολογικών μέσων ελαφρώς μεγαλύτερο αισθητικό ενδιαφέρον.

Πιο συγκεκριμένα στην αρχική μορφή του κτηρίου, ο κεντρικός τριώροφος πυρήνας επιστεφόταν με στηθαίο, πίσω από το οποίο εγκιβωτιζόταν η στέγη και στο κέντρο του δημιουργούνταν χαρακτηριστικό για τα δημόσια κτήρια της όψιμης οθωμανικής περιόδου, καμπύλο αέτωμα. Το εν λόγω στηθαίο δεν διατηρείται σήμερα, όπως επίσης δεν διατηρείται και ο εξώστης με μεταλλικό κιγκλίδωμα, ο οποίος προεξείχε στο κέντρο της νοτιοανατολικής όψης, στη στάθμη του 2ου ορόφου, ακριβώς κάτω από το καμπύλο αέτωμα.

Μια ακόμη σημαντική διαφοροποίηση αναγνωρίζεται στη μορφή των ανοιγμάτων του ισογείου. Σε απόλυτη κατακόρυφη ευθυγράμμιση με τα διατηρούμενα τοξωτά παράθυρα του 1ου και 2ου ορόφου, υπήρχαν, αρχικώς, μικρών διαστάσεων φεγγίτες-θυρίδες αερισμού, μέρος των οποίων έχει διασωθεί μόνο στην πίσω (βορειοδυτική) όψη του κτηρίου.

Ένα τελευταίο στοιχείο που προκύπτει από την εξέταση της φωτογραφίας είναι η διαφορετική επεξεργασία της εξωτερικής επιφάνειας στη ζώνη του ισογείου των πλευρικών πτερύγων σε σχέση με την αντίστοιχη ζώνη του κεντρικού πυρήνα και τις υπερκείμενες επιφάνειες των ορόφων. Κατά τα φαινόμενα, οι δύο ομάδες επιφανειών διαφοροποιήθηκαν με επιχρωματισμό σε διαφορετικές αποχρώσεις.


  • Εσωτερική διαρρύθμιση


Η εσωτερική υποδιαίρεση του κτηρίου είναι, όπως και η ογκοπλασία και τα μορφολογικά στοιχεία του, απολύτως τυπική του λειτουργικού προορισμού και της περιόδου ανέγερσής του. Παρά τις πολλαπλές μεταγενέστερες αλλοιώσεις, στο πλαίσιο της εξυπηρέτησης ευκαιριακών αναγκών, οι βασικές αρχές της παραμένουν απόλυτα ευανάγνωστες.

Στο κεντρικό τριώροφο τμήμα, σύστημα κάθετα τεμνόμενων αξονικών διαδρόμων συνδέει τις εξωτερικές εισόδους με τις πλευρικές πτέρυγες, καθώς και με το κλιμακοστάσιο κατακόρυφης σύνδεσης των ορόφων. Το τελευταίο τοποθετείται απέναντι από την είσοδο της κύριας (νοτιοανατολικής) όψης και, το πιθανότερο, όπως και σήμερα, αναπτυσσόταν μόνο μεταξύ 1ου και 2ου ορόφου, καθιστώντας το ισόγειο προσπελάσιμο από την υφιστάμενη θύρα, κάτω από το εξωτερικό κλ/στάσιο της κύριας όψης. Από εκεί και πέρα στις γωνίες του κεντρικού πυρήνα διαμορφώνονται ισομεγέθεις χώροι κατά τα φαινόμενα αποθηκευτικής χρήσης στο ισόγειο και γραφειακής στους ορόφους.

Στις πλευρικές πτέρυγες και σε ό,τι αφορά στη στάθμη του ισογείου, επισημαίνονται σήμερα, εξαιτίας της μεταγενέστερης κατασκευής εγκάρσιων διαχωριστικών τοίχων διαδοχικοί εν σειρά χώροι, άνισου μεγέθους, με πρόσβαση από την κύρια (νοτιοανατολική) όψη. Στην αρχική μορφή του το εσωτερικό των δύο πτερύγων ήταν το πιθανότερο ενιαίο, με χαρακτηριστική συστοιχία ελεύθερων υποστυλωμάτων στο κέντρο. Στη διαπίστωση αυτή μας οδηγεί το περιορισμένο πλάτος των πτερύγων, καταφανώς ανεπαρκές για επιμερισμό σε αξονικό διάδρομο και εκατέρωθεν αίθουσες. Η επιβεβαιωμένη ύπαρξη, δε, μικρών φεγγιτών στις εξωτερικές τοιχοποιίες παραπέμπει σε χώρους με, αρχικά τουλάχιστον αποθηκευτική χρήση.

Στον 1ο όροφο οι πλευρικές πτέρυγες είναι σχεδόν βέβαιο ότι υπήρξαν στην αρχική τους μορφή εσωτερικά ενιαίες με συστοιχία ελεύθερων υποστυλωμάτων στο κέντρο τους. Το γεγονός τεκμηριώνει η διατήρηση της ανατολικής πτέρυγας με αυτήν ακριβώς τη μορφή, όπως και ο ευδιάκριτα ευκαιριακός διαχωρισμός, με πρόχειρες κατασκευές, της δυτικής. Σημειώνεται ακόμη η παντελής απουσία ιχνών προγενέστερης διαμερισματοποίησης στις εσωτερικές επιφάνειες των εξωτερικών τοιχοποιιών. Ανάλογης μορφής ενιαίοι πλευρικοί χώροι απαντώνται και στα ήδη μνημονευμένα κτήρια στρατωνισμού του πρ. στρατ.«Παύλου Μελά», στη Θεσ/νίκη. Η χρήση τους όπως και στο κτήριο της Καστοριάς ταυτίζεται χωρίς αμφιβολία με δεδομένη την ύπαρξη ευμεγεθών παραθύρων, με αυτήν των θαλάμων διαμονής του στρατιωτικού προσωπικού.


  • Κατασκευαστική δομή


Η κατασκευαστική δομή του εξεταζομένου κτηρίου όπως και τα υλικά κατασκευής του ακολουθούν απόλυτα τις συναφείς κυρίαρχες τάσεις και πρακτικές των αρχών του 20ού αιώνα. Ο κτηριακός όγκος εδράζεται σε λίθινη θεμελίωση και συντίθεται, κατά πρώτο λόγο, από λιθόκτιστο κέλυφος με ενσωματωμένους μεταλλικούς ελκυστήρες και οπτόπλινθους (για τη διαμόρφωση ακμών και ανοιγμάτων). Οι εσωτερικές τοιχοποιίες του κεντρικού πυρήνα συνίστανται στη μεν στάθμη του ισογείου και του 1ου ορόφου, σε λιθοδομές στη δε στάθμη του 2ου ορόφου σε ξυλόπηκτες κατασκευές (μπαγδατί από το οποίο έχουν αφαιρεθεί σε ικανό τμήμα τα πηχάκια και το επίχρισμα).

Σε ό,τι αφορά στους νεώτερους διαχωριστικούς τοίχους της κατώτερης στάθμης των πλευρικών πτερύγων πρόκειται για ευτελείς πλινθοδομές ενώ οι αντίστοιχες πρόσθετες κατασκευές στο υπερκείμενο επίπεδο της δυτικής πτέρυγας, αποτελούνται από επίσης ευτελείς ξύλινους σκελετούς και πλινθοδομές. Τα δάπεδα του ισογείου διαμορφώνονται με χυτό υλικό ενώ στον 1ο όροφο διακρίνεται μωσαϊκό αμφότερα αποτέλεσμα μεταγενέστερων παρεμβάσεων.

Στους χώρους του κεντρικού πυρήνα, το μωσαϊκό φέρεται από ξύλινες δοκούς που επικαλύπτονται με σανίδωμα. Τα συγκεκριμένα στοιχεία ορατά σήμερα από τη στάθμη του ισογείου, συγκρατούν, χωρίς αμφιβολία την αρχική κατασκευαστική δομή των δαπέδων του 1ου ορόφου. Δομή, η οποία, στις πλευρικές πτέρυγες έχει απολεσθεί πλήρως. Και αυτό γιατί στο συγκεκριμένο τμήμα του κτηρίου, τα αρχικά δάπεδα έχουν αντικατασταθεί από πλάκες οπλισμένου σκυροδέματος.

Οι τελευταίες εδράστηκαν, επιπρόσθετα, σε συστοιχίες ελεύθερων υποστυλωμάτων από το ίδιο υλικό και στην επάνω παρειά τους στρώθηκε το προαναφερθέν μωσαϊκό. Η όλη παρέμβαση, αναμφίβολα δραστική και άκρως επιβαρυντική για την αυθεντικότητα του εσωτερικού των πλευρικών πτερύγων, φέρεται να έλαβε χώρα στα μέσα της δεκαετίας του 1960 (11). Χαρακτηριστικό ίχνος της αποτελούν οι κομμένες απολήξεις των δοκών των αρχικών ξύλινων δαπέδων, που παραμένουν σφηνωμένες στην ανώτερη ζώνη των τοιχοποιιών του ισογείου.

Η αρχική κατασκευαστική δομή των δαπέδων διατηρήθηκε αυτούσια μόνο στα δάπεδα του 2ου ορόφου, όπου παραμένουν ορατές οι αρχικές ξύλινες δοκοί και το σανίδωμα επικάλυψής τους. Ειδικά δε, κάτω από τις δοκούς του βορειοδυτικού γωνιακού χώρου διασώθηκε επιπρόσθετα, χαρακτηριστική ξύλινη ψευδοροφή (σανίδωμα με πηχάκια επί των αρμών) η οποία επαναλαμβανόταν το πιθανότερο και στους υπόλοιπους χώρους του 1ου ορόφου του κεντρικού πυρήνα.

Η κάλυψη του κτίσματος γίνεται, όπως προαναφέρθηκε, με στέγες. Τόσο στο κεντρικό τμήμα, όσο και στις πλευρικές πτέρυγες, αυτές διατηρούν την αρχική κατασκευαστική δομή, δηλαδή ξύλινο σκελετό και εξωτερική επικάλυψη με κεραμίδια γαλλικού τύπου. Για την καλύτερη έδραση των πλευρικών στεγών τοποθετήθηκαν στο εσωτερικό των αντίστοιχων χώρων του 1ου ορόφου τα ήδη μνημονευμένα ελεύθερα υποστυλώματα στοιχεία ξύλινα με ξύλινη επικάλυψη και προσεγμένο επίκρανο.

Τα επί του παρόντος υφιστάμενα υποστυλώματα με δεδομένη την αντικατάσταση του φορέα έδρασής τους (ξύλινες δοκοί που έδωσαν τη θέση τους σε πλάκες οπλισμένου σκυροδέματος) ενδέχεται να μην αποτελούν ωστόσο, μέρος της αρχικής φάσης του κτηρίου.

Σε κάθε περίπτωση, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σε τμήμα της οροφής της δυτικής πτέρυγας, διακρίνεται επικάλυψη της κάτω παρειάς της στέγης με ξυλόπηκτη κατασκευή (μπαγδατί). Ίχνη της ίδιας κατασκευής διατηρούνται και στην κάτω παρειά του σκελετού της στέγης του κεντρικού πυρήνα με αποτέλεσμα να καθίσταται ιδιαίτερα πιθανή η ανάπτυξή της, αρχικώς, κάτω από το σύνολο των στεγών του επιμήκους κτηρίου.

Σε ό,τι αφορά στα επιμέρους στοιχεία του κτίσματος, σημειώνουμε τη διατήρηση των αρχικών ξύλινων κουφωμάτων στο σύνολο σχεδόν των τοξωτών παραθύρων του 1ου και του 2ου ορόφου (δίφυλλα παράθυρα με ανακλινόμενο οριζόντιο φεγγίτη). Στα ανοίγματα του ισογείου, πέραν των αρχικών φεγγιτώνστην πίσω (βορειοδυτική) όψη, επισημαίνονται νεώτερα ως επί το πλείστον κουφώματα (ξύλινα και μεταλλικά) ενώ μεταλλικό είναι το θύρωμα της κύριας εισόδου στη στάθμη του 1ου ορόφου, στο μέσον της νοτιοανατολικής όψης. Το διατηρούμενο κλιμακοστάσιο σύνδεσης του 1ου και του 2ου ορόφου στη βορειοδυτική πλευρά του κεντρικού πυρήνα είναι κατασκευασμένο από εξολοκλήρου ξύλινα στοιχεία και αποτελεί κατά τα φαινόμενα αρχική κατασκευή.

Σε ό,τι αφορά στα εξωτερικά κλιμακοστάσια, εκείνο της κύριας (νοτιοανατολικής) όψης διαθέτει ολόσωμα λίθινο πατήματα και πλατύσκαλο με μεταγενέστερη επικάλυψη μωσαϊκού (το πιθανότερο σε αντικατάσταση πλακιδίων).

Τα παραπάνω φέρονται από λιθόκτιστο τοιχίο και μεταλλικές δοκούς, οι οποίες διαθέτουν ενδιάμεση πλήρωση από οπτόπλινθους. Το σύνολο συμπληρώνει πλινθόκτιστο στηθαίο καταφανώς μεταγενέστερη προσθήκη σε αντικατάσταση του αρχικού μεταλλικού κιγκλιδώματος, το οποίο διακρίνεται στην ήδη μνημονευμένη φωτογραφία των αρχών του 20ού αιώνα.

Το πλευρικό κλιμακοστάσιο της νοτιοδυτικής όψης διαθέτει πατήματα και πλατύσκαλο από σκυρόδεμα που εδράζονται σε λιθόκτιστο τοιχίο. Η συγκεκριμένη κατασκευαστική δομή παραπέμπει σε μεταγενέστερη προσθήκη, ισχυρισμός που επιβεβαιώνεται από την απουσία του κλιμακοστάσιου στην προαναφερθείσα φωτογραφική απεικόνιση του κτίσματος στις αρχές του 20ού αιώνα.


  • Κατάσταση διατήρησης


Παρά τη δωδεκαετή εγκατάλειψη το επίμηκες κτήριο στρατωνισμού-διοίκησης διατηρείται σε γενικές γραμμές σε καλή έως κατά τόπους μέτρια κατάσταση. Κατά τη μακροσκοπική εξέτασή του στο πλαίσιο της πραγματοποιηθείσας αυτοψίας δεν καταγράφηκαν ουσιώδεις βλάβες στα στοιχεία του φέροντα οργανισμού, οι δε φθορές που επισημάνθηκαν συνίστανται κυρίως στην αποσάθρωση και πτώση τμημάτων του επιχρίσματος των εξωτερικών τοιχοποιιών, κυρίως στο εσωτερικό των χώρων του ισογείου όπου παρατηρείται έντονη ανερχόμενη υγρασία και ανεπαρκής αερισμός. Οι συγκεκριμένοι παράγοντες έχουν προκαλέσει φθορά και στην ξύλινη υποδομή των δαπέδων του 1ου ορόφου του κεντρικού πυρήνα χωρίς στην παρούσα φάση να τίθεται ζήτημα στατικής ανεπάρκειάς τους.


  • Διαμόρφωση άμεσου περιβάλλοντα χώρου


Στην υφιστάμενη μορφή του, ο άμεσος περιβάλλων χώρος του κτίσματος δε διατηρεί στοιχεία (κατασκευές-διαμορφώσεις) της περιόδου ανέγερσής του. Τόσο από τη νοτιοανατολική, όσο και τη βορειοδυτική πλευρά του, διέρχονται νεώτεροι, ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι, μέρος του εσωτερικού οδικού δικτύου του πρ. στρατοπέδου. Ενδιάμεσα, διατηρείται το φυσικό ανάγλυφο, στο οποίο δεν αποκλείεται να έχουν συντελεστεί παρεμβάσεις.

Στα νοτιοανατολικά, προς την πλευρά της Λ. Γράμμου, διακρίνεται επί του φυσικού εδάφους κλίμακα, η οποία δεν μπορεί να ταυτιστεί ωστόσο λόγω στενότητας με το ευρύ κλ/στάσιο που αποτυπώνεται σε αξονική ευθυγράμμιση με το κτήριο στην ήδη μνημονευμένη φωτογραφία των αρχών του 20oύ αιώνα. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η εφορεία προτείνει: «το χαρακτηρισμό, ως «νεώτερου ακινήτου μνημείου» το οποίο ανάγεται στην περίοδο προ των τελευταίων εκατό ετών του τριώροφού κεντρικού πυρήνα και του κελύφους των διώροφων πλευρικών πτερύγων του κτηρίου στρατωνισμού-διοίκησης στο πρ. στρατ.«Μαθιουδάκη» του δήμου Καστοριάς, λόγω της:

α) ιστορικής αξίας του, ως αρχιτεκτονικό έργο της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα, το οποίο συνέχεται με βάση τις διαθέσιμες ενδείξεις με σημαντικά ιστορικά γεγονότα, που σημάδεψαν την εξέλιξη της Καστοριάς (βουλγαρική επανάσταση του Ίλιντεν ανάδειξη της πόλης σε έδρα του μουτεσερίφη του Σαντζακιού της Κορυτσάς, απελευθέρωση από τον ΕΣ και πανηγυρική ύψωση της ελληνικής σημαίας, εγκατάσταση των προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής, ιταλική και γερμανική κατοχή, ένοπλες αναμετρήσεις του εμφυλίου),

β) πολεοδομικής αξίας του, ως το μοναδικό ακίνητο τεκμήριο της ιστορικής φυσιογνωμίας της προς δυσμάς επέκτασης της Καστοριάς που διατηρήθηκε μέχρι τις μέρες μας και εξακολουθεί να παρουσιάζει έστω και σε μικρότερη κλίμακα σε σχέση με τις αρχές του 20ού αιώνα ρόλο μείζονος σημείου αναφοράς επί του βασικού οδικού δικτύου της πόλης,

γ) κοινωνικής αξίας του, ως χώρος υποδοχής και προσωρινής στέγασης των προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής και ακολούθως ως πυρήνας κατοχύρωσης αισθήματος ασφάλειας στις τάξεις της τοπικής κοινωνίας μέσω της στέγασης μονάδων του ΕΣ,

δ) αρχιτεκτονικής σημασία του, ως χαρακτηριστικό δείγμα στρατιωτικού κτηρίου της όψιμης οθωμανικής περιόδου από άποψη ογκοπλασίας, μορφολογίας εσωτερικής διαρρύθμισης και κατασκευαστικής δομής, με σαφείς συγγένειες, στο ογκοπλαστικό και τυπολογικό επίπεδο, με ήδη χαρακτηρισμένα από το ΥΠΑΙΘΠΑ, ως «νεώτερα ακίνητα μνημεία», κτήρια και κελύφη κτηρίων σε άλλες πόλεις του βορειοελλαδικού χώρου (Θεσ/νίκη, Σέρρες). Επισημαίνεται ότι η συγκεκριμένη ιδιότητα συνέχεται, κατά κύριο λόγο, με τον κεντρικό τριώροφο πυρήνα και το κέλυφος των πλευρικών πτερύγων του κτηρίου και όχι και με το εσωτερικό των τελευταίων. Σε αυτό καταγράφονται δραστικές μεταγενέστερες επεμβάσεις που αλλοίωσαν σημαντικά την αρχική κατασκευαστική δομή και τυπολογία,

ε) επιστημονικής σημασίας του, ως σημείο αναφοράς για τη μελέτη της εξέλιξης των στρατιωτικών κτηρίων των βορειοελλαδικών πόλεων και αξιοπρόσεκτο δείγμα συγκέντρωσης επιμέρους στρατιωτικών λειτουργιών (διοίκηση-διημέρευση προσωπικού-αποθήκευση εξοπλισμού) στο εσωτερικό ενός και μόνον κελύφους.

Η διεύθυνσή μας, αφού έλαβε υπόψη τα στοιχεία του φακέλου, εισηγείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρ.6 παρ. 1β του Ν.3028/02: το χαρακτηρισμό ως μνημείου του κελύφους του κτηρίου στρατωνισμού-διοίκησης στο πρ. στρατ.«Μαθιουδάκη» του δήμου Καστοριάς, ΠΕ Καστοριάς, ιδιοκτησίας ελληνικού δημοσίου, σύμφωνα με το συνημμένο τοπογραφικό διάγραμμα σε κλίμακα 1:2000, λόγω της ιστορικής, πολεοδομικής, κοινωνικής, αρχιτεκτονικής σημασίας του.




1. Ισχύον πολεοδομικό σχέδιο θεσμοθετήθηκε με την υπ’ αριθ. 40/371/24.4.04 απόφαση του νομάρχη Καστοριάς, με θέμα «Αναθεώρηση εγκεκριμένου σχεδίου πόλης Καστοριάς» (ΦΕΚ357/Δ/30.4.04).
2. Πρόκειται για τη διπλωματική εργασία με τίτλο «Αρχιτεκτονική σχολή στον στρατώνα Καστοριάς», η οποία εκπονήθηκε το ‘10 από τη Φ.Βλάχου, στο τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ, με επιβλέποντα τον αναπληρωτή καθηγητή Π.Τσολάκη.
3. Αναλυτικότερα για την οικιστική ανάπτυξη της Καστοριάς πέρα από τα όρια του ιστορικού πυρήνα της, κατά τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα, βλ. Π.Τσολάκης, Η οικιστική εξέλιξη της Καστοριάς στη διάρκεια της τουρκοκρατίας, 1385-1912, Καστοριά: εκδόσεις Κ.Εστίας, 1989, σ.21, 22.
4. Σχετικά με την πηγή της Ντόπλιτσας και τον τεκέ του Σαντζακτάρ Αλή Μπαμπά, βλ. Π.Τσολάκης, «Οθωμανική αρχιτεκτονική στην Καστοριά», Δώρον, τιμητικός τόμος στον καθηγητή Ν.Νικονάνο, Θεσσαλονίκη: Δ’ τομέας τμήματος αρχιτεκτόνων Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ-10η ΕΒΑ, 2006, σ.450-451
5. Αναλυτικότερα για το κτήριο του τελωνείου, βλ. Π.Τσολάκης, «Οθωμανική αρχιτεκτονική στην Καστοριά», σ.454.
6. Π.Τσολάκης, «Οθωμανική αρχιτεκτονική στην Καστοριά», σ.454.
7. Ειδικότερα, το διώροφο κτήριο στρατωνισμού, στα νοτιοδυττκά του εξεταζόμενου κτίσματος, επαναλαμβάνεται αυτούσιο στο πρ. στρατ.«Κόδρα» του δήμου Καλαμαριάς και στο πρ. στρατ.«Παπαλουκά» του δήμου Σερρών. Στην περίπτωση του στρατ. της Καλαμαριάς, προστατεύεται από το ΥΠΑΙΘΠΑ, ως «μνημείο» (ΥΠΠΟ/ΔΙΝΕΣΑΚ/1236/321/14.3.07 ΦΕΚ113/Α ΑΠ/28.03.07), ενώ στις Σέρρες προστατεύεται ομοίως το κέλυφός του (ΥΑ.ΥΠΠΟΤ/ ΔΝΣΑΚ/22272/343/26. 3.12 ΦΕΚ120/ΑΑΠ/17.4.12). Κατά δεύτερον, το κτήριο του αναρρωτηρίου, στα βορειοδυτικά του κτηρίου στρατωνισμού-διοίκησης, παρουσιάζει ογκοπλασία και μορφολογία ανάλογη με ομόλογο κτήριο του πρώην στρατ.«Παπαλουκά» των Σερρών. Το τελευταίο προστατεύεται ως «μνημείο», σε επίπεδο κελύφους (ΥΑΥΠΠΟΤ/ΔΝΣΑΚ/22272/343/26.3.12 ΦΕΚ20/ ΑΑΠ/17.4.12).
8. Για τα συγκεκριμένα ιστορικά στοιχεία, βλ.: Π.Τσολάκης, «Οθωμανική αρχιτεκτονική στην Καστοριά», σ.454 Π.Τσολάκης, Η αρχιτεκτονική της παλιάς Καστοριάς, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 2009, σ.214-215.
9. Σχετικά, βλέπε τις πληροφορίες (με βιβλιογραφική παραπομπή) που περιέχονται στην αίτηση του κ. Μαντζούρα, με αρ. πρωτ. ΕΝΜΚΜ/3255/22. 11.12.
10. Για το μνημονευόμενο χρονικό της χρήσης του κτηρίου από το 1912 έως το 2000, βλέπε το στοιχείο που τέθηκαν στη διάθεσή μας από τον αναπ/τή καθηγητή του ΑΠΘ, κ.Π.Τσολάκη, ως μέρος μη δημοσιευμένης εισήγησής του, με τίτλο «Ο τουρκικός στρατώνας της Καστοριάς».
11. βλ. Π. Τσολάκης, Η αρχιτεκτονική της παλιάς Καστοριάς, σ.216, καθώς και τα στοιχεία που στη διάθεσή μας από τον κ.Τσολάκη, ως μέρος της μη δημοσιευμένης εισήγησής του, με τίτλο «Ο τουρκικός στρατώνας της Καστοριάς».

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 20 Φεβρουαρίου 2014, αρ. φύλλου 728


Επιλογή σχετικών κειμένων:

4 σχόλια:

  1. Ανώνυμος7/6/14

    Καστορια, η πολη που οι αρχες της πολεμανε τους πολιτες της, οπου το κυνηγι της ψηφου γινεται αυτοσκοπος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος7/6/14

    Καα ποία η σχέση του αφορισμού υπ' αρθ 1 με το σκεπτικό της συγκεκριμένης λίαν εκτενούς εκθέσεως των ειδημόνων περικαλώ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμος7/6/14

    ΣΤΗΜΕΝΗ η όλη διαδικασία. Καλαούζο δε θέλει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ανώνυμος8/6/14

    ..."Κολαούζο" θες να πεις μάλλον..
    (Εκτός κι αν πηγαινες να πεις Καλα...ζνικοφ!)

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ