25.4.13

ΚΟΣΜΑ ΡΕΚΑΡΗ: Οι περιουσίες μας είναι και ρίζες μας


ΟΔΟΣ 24.1.2013 | 676


Η τιμιότητα που μας δίδαξαν οι γονείς μας, και οι τότε ανάγκες μας έκαναν να εγκαταλείψουμε και να αποχωριστούμε απ’ αυτούς, τους συγγενείς, τους φίλους με τους οποίους μεγαλώσαμε ανατραφήκαμε με τα ίδια ήθη και έθιμα, τον τόπο που γεννηθήκαμε, τον τόπο που όταν είσαι στην νεανική ηλικία και με τα νεανικά σου όνειρα, με κανένα τρόπο δεν θέλεις τον τόπο αυτόν να τον αποχωριστείς και περισσότερο αυτά που τα μάτια σου πρωτογνώρισαν. Το σπίτι σου, το προαύλιο του σπιτιού σου, την γειτονιά με τους γείτονες, τα πέτρινα πεζοδρόμια που κάπου-κάπου χάνονταν οι πέτρες και τις αντικαθιστούσε η σκόνη και με την βροχή γίνονταν λάσπη σε τρία τέσσερα βήματα, γιατί και αυτή η σκόνη και η λάσπη ήταν μέρος της καθημερινότητας, έτσι έκαναν την ζωή του κάθε χωριού να είναι διαφορετική δύσκολη και αθώα.

Ίσως να ήταν και τα χρόνια που δεν είχε η ζωή και πολλές απαιτήσεις, για όσους οι απαιτήσεις τους ήταν περισσότερες και μεγαλύτερες από ότι η ζωή ζητούσε, όχι μόνο του χωριού αλλά και της πόλης, έπρεπε να γίνουν και οι ανάλογες θυσίες αποφασίζοντας να φύγουν μακριά από όλα αυτά γιατί τιμιότερο είναι να αγωνιστείς και να κάνεις τίμια την ζωή σου. «Όλα αυτά είναι ένα δώρο από την φύση που κανείς δεν έχει το δικαίωμα να σου τα αφαιρέσει. Είναι δώρο που μέσα στο είναι σου είναι αναλλοίωτα, είναι κάτι που τελειώνει με την ύπαρξη του κάθε ατόμου».

Αυτό πάλι θα γίνονταν με θυσίες τις οποίες πολλοί τις χλεύασαν και θεωρούσαν όσους μετανάστευαν αποτυχημένους και χωρίς να σκεφτούν τα οφέλη που είχαν οι οικογένειες τους, το χωριό η πόλη, και περισσότερο το ίδιο το κράτος και οι συγγενείς που τους εμπιστεύθηκαν τις περιουσίες τους «καλή τη πίστη» και αργότερα βρέθηκαν αντιμέτωποι όχι μόνον με τους άμεσα συγγενείς, αλλά και με τους άρχοντες του χωριού, η ακόμα με τους άρχοντες της πόλης και αυτού το ίδιου το κράτος.

Εδώ θα ήθελα να κάνω μία παρέμβαση που την άκουσα από τον ίδιο τον παθόντα εδώ και πολλά χρόνια. Ήρθε στην Αυστραλία όπως οι περισσότεροι και διάλεξε να κάνει κάτι που θα έκανε στα γρήγορα με σκληρή δουλειά χρήματα και θα επέστρεφε πίσω στην πατρίδα το συντομότερο. Πολλοί θα θυμούνται τον νεαρό που όπου και αν βρίσκονταν άκουγαν το «Όλοι να ζήσουμε». Μετά από πολλά χρόνια τυχαία πέρασε από το κατάστημά μου, έμεινα έκπληκτος όταν τον είδα. Του είπα. «Ρε μεγάλε πότε επέστρεψες από Ελλάδα»; Με πόνο μου είπε, «ποια Ελλάδα καημένε μου; Τα χρήματα που έστελνα στον πατέρα μου να τα ταμιεύει στην τράπεζα για λογαριασμό μου, προίκισε τις αδελφές μου και έκανε σπίτι με τον αδελφό μου, μου φάγανε τους κόπους μου....».Τον είδα πολύ πικραμένο, από τότε δεν τον ξανά είδα.

Και το κατάντημά τους; Να πού φέρανε την πατρίδα μας, αυτοί που κρεμάστηκαν στο κράτος και ποτέ τους δεν θέλησαν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς αυτό.

Και τι άλλο; Να μας κολακεύουν οι καλοδεχούμενοι σε αυτήν εδώ την χώρα από την μία ότι εμείς ήμαστε (με το προσβλητικό) δύο φορές Έλληνες και από την άλλη ότι είμαστε οι αποτυχημένοι και αγράμματοι Έλληνες, ενώ εμείς σήμερα σκύβουμε το κεφάλι μας και προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε το άρπα-κόλα και τα δικά τους ανεπίτρεπτα λάθη, ενώ και οι απ’ εδώ, ορισμένοι επώνυμοι που και αυτοί στα χρόνια της ευημερίας καρπώθηκαν και σήμερα κάνουν την στρουθοκάμηλο η σφυρίζουν κλέφτηκα.

Αφήνοντας πίσω την πατρίδα μας στις χρυσές δεκαετίες 70 και μετά, σιγά-σιγά ο κόσμος της με την «ευημερία» κατόρθωσε να έχει, όχι μόνο να πάει καλά στο οικονομικό, αλλά και ο Έλληνας να γίνει Ευρωπαίος «πλούσιος Ευρωπαίος» και συγχρόνως ν’ αποκτήσει και μία πολύ παράξενη συνήθεια.
Και ποία είναι αυτή η συνήθεια;

Να... να μπορέσει να κολλήσει πάνω σε μία καρέκλα κρατικής υπηρεσίας διασφαλίζοντας έτσι το μέλλον του... Και για ό,τι άλλο, έχει ο Θεός.... Και ποιος ενδιαφέρεται πώς πάει το κράτος, αφού παίρνουν δέκατο τρίτο, δέκα τέταρτο μισθό και βάλε... και τις επικουρικές...
Θα ήταν πολύ άδικο αν παραλείψουμε τους αόμματους... και όσους καρπώνονταν τις συντάξεις αυτών που πριν από πολλά χρόνια είχαν αποδημήσει εις Κύριο... και τις οίδε και τι άλλο...

Διαβάζοντας το άρθρο του δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω Χρίστου Ηλιόπουλου Master of Laws το οποίο είχε δημοσιευθεί στο Νέο Κόσμο (Μελβούρνη) στις 3 Ιανουαρίου 2013 με τίτλο. «Προσοχή όταν παραχωρείτε δωρεάν το σπίτι σας».
Κακιά πείρα. Αρπάξετε ν’ αρπάξουμε και χωρίς καμία παραχώρηση.

Ο Χρίστος Ηλιόπουλος αναφέρεται στο νομοθετικό σκέλος του όλου θέματος είναι σωστό και λογικό σύμφωνα με την ανθρώπινη νομοθεσία. Αυτό μου θύμισε και με πήγε πολλά χρόνια πίσω ήταν όταν ο κόσμος δεν χρησιμοποιούσε και τόσο πολύ τους δικηγόρους παρά είχαν τον «Λόγο», «την υπόσχεση του Λόγου» αυτό που λένε και στα αγγλικά «Gentleman’s agreement».Ίσως για πολλούς να είναι αυτά σγουριασμένες, καθυστερημένες ιδέες γιατί σήμερα δεν υπάρχουν αυτά που έχω ακούσει στα παιδικά μου χρόνια να πουλάν ν’ αγοράζουν η να μοιράζουν περιουσίες δια «Λόγου», γιατί ο κόσμος την εποχή αυτή ήταν πιστικός και κρατούσε τον Λόγο του και γι’ αυτό πολλές φορές έκλεινε η συμφωνία δίνοντας τα χέρια λέγοντας «Έχεις τον Λόγο μου. Ο Λόγος μου είναι και η υπογραφή μου».

Είναι χρόνια που γνωρίζω νησιώτη ο οποίος πηγαινοέρχεται στην πατρίδα γιατί λέει «το οικόπεδο που βρίσκεται στην παραλία προσπαθούν να μου το φαν», (εδώ χρειάζεται η νομοθεσία). Μου είπε απελπισμένος και άλλος πικραμένος φίλος ότι για να γίνει το οικόπεδό μου νόμιμο για χτίσιμο θα έπρεπε να βάλω στην τράπεζά του νησιού ένα ποσόν και τα υπόλοιπα για να συμπληρωθεί το ποσόν των 8.000,00 euro, σε τράπεζα των Αθηνών, αν ήθελα να εγκριθεί η άδεια να κτίσω. Άραγε είναι ο μόνος; Όχι δα!

Αυτό που με καίει και θα ήθελα να διαμαρτυρηθώ είναι η προσωπική μου εμπειρία όταν επισκέφτηκα τελευταία φορά την πατρίδα και το χωριό μου. Σε συνάντηση που είχα με τον δήμαρχο, μου είπε ότι το πατρικό μας σπίτι πρέπει να το κατεδαφίσει γιατί ήταν ετοιμόρροπο και επικίνδυνο.
Όχι δα κύριε δήμαρχε...

Ήταν ένα σπιτάκι που το είχαν κτίσει οι γονείς μας μόλις μετά τον εμφύλιο πόλεμο και το εγκατέλειψαν το 1960 για να έρθουν στην μακρινή Αυστραλία, αλλά ψυχικά ποτέ τους δεν το είχαν εγκαταλείψει γιατί πίστευαν, αν όχι οι ίδιοι ίσως τα εγγόνια τους, θα επιθυμούσαν μία των ημερών θα πήγαιναν στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς. Η αγάπη τους τούς έκανε να κάνουν και ανακαίνιση στο σπίτι για να υπάρχουν εκεί ζωντανές οι ρίζες τους. Δυστυχώς όπως μου είπαν γείτονες, συγγενικό πρόσωπο πήγαινε και τρυπούσε την οροφή του σπιτιού για να αλλοιωθεί και τελικά για να το καρπωθεί.

Όλα αυτά τα γνώριζε ο κ. δήμαρχος και όταν μου πρότεινε για την κατεδάφιση την δέχτηκα με την προοπτική ότι το οικόπεδο θα προστατευθεί και δεν θα γίνει έρμο του καθενός, και όπως και έγινε χωρίς καθυστέρηση. Η απόγονος του συγγενικού προσώπου που αλλοίωσε την οροφή με την πρώτη ευκαιρία και με τις πέτρες του σπιτιού μας, παίρνοντας το μεγαλύτερο μέρος του οικοπέδου έκτισε… Σινικό τοίχος. Το υπόλοιπο το έκανε κήπο διαλαλώντας ότι εκεί δεν υπήρχε ποτέ σπίτι. Ακούτε κ δήμαρχε; Συνυπεύθυνος!!

Κύριε δήμαρχε να γιατί την χώρα μας την ρίξατε στον βούρκο και μας κάνατε να ντρεπόμαστε για τα δικά σας χάλια. Πώς να εμπιστευτούμε τέτοιους διοικούντες την χώρα και να μη συμβουλευτούμε, και να μη ακολουθήσουμε το συμβουλευτικό άρθρο του Χ Ηλιόπουλου;  Σας επέτρεψα να το κατεδαφίσετε, αλλά όχι να επιτρέψετε να το καρπωθεί εις γνώση σας ο γείτονας!

Σας διαβεβαιώνω ότι μπορεί να φύγαμε, αλλά οι σκέψεις μας βρίσκονται εκεί που γεννηθήκαμε και δεν ισχύει αυτό που είπατε στον αδελφό μου. «Εσείς φύγατε τώρα από εδώ...». Άλλος προύχοντας μας είπε ότι πρέπει να μας τιμωρήσετε για τα ρημάδια και σαράβαλα που σας αφήσαμε! Μη ξεχνάτε κ. δήμαρχε αυτούς που ήρθαν από τις Η Π Α το 1912 και το 1918 για να πολεμήσουν και να ελευθερώσουν την πατρίδα.
Κλείνοντας κ. δήμαρχε το οίκημα που στεγάζεται η δημαρχεία σας είναι έργο και θυσία ζωής μετανάστη.


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 24 Ιανουαρίου 2013, αρ. φύλλου 676

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ