3.3.13

ΟΔΟΣ: Ατενίζοντας την ιστορία | Μετά την 11η Νοεμβρίου


ΟΔΟΣ 15.11.2012 | 666

Η αίσθηση ότι τις τελευταίες ημέρες η Ελλάδα παραπαίει ενώ βρίσκεται στο μεταίχμιο, κυριαρχεί. Είναι ισχυρότερη από οποτεδήποτε άλλοτε στο παρελθόν. Μεταίχμιο για την καταστροφή ή την αναγέννηση, όταν γράφονταν αυτό το άρθρο, δεν ήταν ακόμη ξεκάθαρο. Μέχρι την ψηφοφορία στην Βουλή για τα μέτρα του μνημονίου και ακολούθως για τον προϋπολογισμό, όλα κρέμονταν από μια κλωστή. Μετά απ’ αυτά άρχισε να διαφαίνεται και πάλι μια μικρή ελπίδα. Ωστόσο η ελληνική κοινωνία όπως εκφράζεται μέσα από τους πολιτικούς της, είναι ολοφάνερο ότι συνεχίζει να βρίσκεται αντιμέτωπη με τον εαυτό της.

Όπως και η Καστοριά βρέθηκε και παραμένει αντιμέτωπη με πράξεις και παραλείψεις που αποτελούν τον εσωτερικό εχθρό. Εξ αιτίας της εδώ και χρόνια αδιαφορίας και ανεπάρκειας των πολιτικών της -σε όλα τα επίπεδα- βρέθηκε απροετοίμαστη και χωρίς αντιστάσεις σ΄ αυτή την κρίση. Βυθισμένη από καιρό ήδη στην παράλυση. Οι τελετές για την συμπλήρωση των 100 ετών από την απελευθέρωσή της, προσυπογράφουν την πραγματικότητα.

Αλλά και στο παρελθόν δεν ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα. Για παράδειγμα στα βιβλία της ιστορίας, πάντα περιγράφονταν με δραματικούς τόνους η σταδιακή, αργή συρρίκνωση της βυζαντινής αυτοκρατορίας και στο τέλος η άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο, εκτός από τις καταγγελίες για την βοήθεια της δυτικής Ευρώπης που δεν έφθασε ποτέ ή δεν ήταν αρκετή για να αναχαιτίσει την οθωμανική λαίλαπα, ποτέ και κανένα τουλάχιστον σχολικό ιστορικό εγχειρίδιο δεν παρουσίασε ούτε στο πλαίσιο της απλής ιστορικής καταγραφής και μνήμης, την εσωτερική κατάσταση. Ούτε τις παθογένειες του λαού που αποδυνάμωσαν μια χιλιόχρονη αυτοκρατορία και δημιούργησαν κατάλληλες συνθήκες για την άλωση και τον εξαφανισμό της. Διότι κακά τα ψέματα για τους Έλληνες, ευθύνη ανήκε πάντοτε στους άλλους. 

Και παρά το γεγονός ότι ο ελληνικός λαός (εσωστρεφής κατά βάση) έδειχνε να έχει πειστεί από τον μύθο του περιούσιου και εκλεκτού, του δαιμόνιου λαού, ωστόσο εντελώς αντιφατικά με ταχύτητα ριπής, πάντοτε επιρρίπτει μοιρολατρικά το ανάθεμα στους άλλους. Που δήθεν τον εγκαταλείπουν, δεν τον βοηθούν, αν δεν τον επιβουλεύονται κιόλας. Επειδή μας ζηλεύουν και θέλουν να πάρουν τον ουρανό και τον ήλιο μας τώρα. Γι’ αυτό έφθασαν πολλοί, στο απίστευτο σημείο, να υποστηρίζουν ότι μας ψεκάζουν από τους αιθέρες.

Η Καστοριά, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πραγματικότητας. Αρχικά με την κατάρρευση της γούνας: από τρομερό εργαλείο εκρηκτικής κοινωνικής ανάπτυξης για ολόκληρες δεκαετίες, εξ αιτίας του παραλογισμού και της κακής διαχείρισης του επιτεύγματος, μέσα σε 2-3 χρόνια από την εμφάνιση της κρίσης η γούνα εξαφανίστηκε. Η ευθύνη των πολιτικών της περιοχής δεν είναι μικρότερη απ’ αυτή των ίδιων των μελών του κλάδου. Έτσι περιορίστηκε στα χέρια μερικών μόνο επιχειρήσεων που για να επιβιώσουν, αναγκάζονται να συμμετέχουν σε μια διαρκή συναλλαγή με τράπεζες και το πολιτικό σύστημα. 

Αλλά και με αυτούς που πωλούν υπηρεσίες διαμεσολάβησης και διαφθοράς. Η Καστοριά πτώχευσε, και έκτοτε δεν σήκωσε κεφάλι. Έτσι 100 χρόνια μετά την απελευθέρωσή της από τους οθωμανούς, φαίνεται να περνά την χειρότερη περίοδο της νεότερης ιστορίας της.

Άλλο παράδειγμα αποτελεί η ασυγχώρητη εγκατάλειψη του παλιού κέντρου της: όλες οι πόλεις αναπτύσσονται και επεκτείνονται. Η Κοζάνη, τα Ιωάννινα, που είναι και μεγαλύτερες από την Καστοριά, όπως και η Βέρροια, τα Γρεβενά και σχεδόν όλες οι ελληνικές πόλεις στις τελευταίες δεκαετίες, πράγματι επεκτάθηκαν και αυτές. Σε καμμιά όμως περίπτωση, δεν έγινε αυτό που συνέβη με την Καστοριά. Παντού -και στα παραδείγματα που αναφέρθηκαν- είναι σαφές ότι τα παραδοσιακά κέντρα τους, εξακολουθούν να σφύζουν από ζωή. Αντίθετα εδώ η πόλη, στο παλιό της κέντρο, όχι απλώς λιγόστεψε ή αραίωσε, αλλά κυριολεκτικά εκκενώθηκε και μοιάζει με περιοχή-φάντασμα. Το αποτέλεσμα είναι να γίνει η Καστοριά μια πόλη, χωρίς κανένα κέντρο. 

Σαν μια αόρατη συμφωνία, μεταξύ του πολιτικού κατεστημένου με τα οικοδομικά συμφέροντα και την κοινωνία της αντιπαροχής, να έσπρωχνε τον κόσμο στις επεκτάσεις της και να τον ωθούσε να εγκαταλείψει τον πραγματικό πυρήνα. Από συμπλέγματα και προκατάληψη, ή από ανικανότητα να ανταποκριθούν στις ανάγκες που υπάρχουν σε ένα παλιό και κακοτράχηλο οικιστικό περιβάλλον, η έξοδος συνοδεύτηκε από πλήρη εγκατάλειψη. Καταστήματα, διαμερίσματα, δρόμοι, δημοτικά κτήρια και μνημεία, όλα εγκαταλείφθηκαν. Μόνο μερικοί τρίβουν τα χέρια τους με ικανοποίηση, ώσπου φευ η σημερινή γενική οικονομική κατάρρευση, αποκαλύπτει σε όλες της τις διαστάσεις τον παραλογισμό του εγχειρήματος. 

Διότι η Καστοριά επεκτάθηκε τόσο αλόγιστα, που με τα σημερινά μέσα και δυσμενή δεδομένα, παραμένουν σαν κουφάρια εκατοντάδες τα απούλητα διαμερίσματα στις επεκτάσεις. Η μείωση των κρατικών κονδυλίων και πόρων για την αυτοδιοίκηση σε συνδυασμό με το παράλογο μέγεθος που απέκτησε ο δήμος, έχει ως συνέπεια ότι ούτε οι επεκτάσεις της είναι δυνατόν να εξυπηρετούνται επαρκώς από τις δημοτικές και άλλες υπηρεσίες. Ήδη τα φαινόμενα παρακμής είναι ορατά ακόμη και εκεί που θεωρούνταν προνομιακές περιοχές, ενώ εκτιμάται ότι εξ αιτίας των λειτουργικών δαπανών σε θέρμανση κυρίως, θα παρατηρηθεί και ένα κύμα επιστροφής σε αναζήτηση μικρής στέγης με περιορισμένα λειτουργικά έξοδα και καλύτερη πρόσβαση στις υπηρεσίες. Πρόκειται για την «τιμωρία» όσων αποφάσισαν να ξεκινήσουν την κούρσα της ανάπτυξης, όχι από την αφετηρία, αλλά από τον προορισμό, από το τέρμα.

Στην συνέχεια η παρακμή, συμπληρώθηκε με την εγκατάλειψη του Πνευματικού Κέντρου, αλλά και την τρομακτική ιστορία της Αρχιτεκτονικής Σχολής που έμεινε μόνο στα χαρτιά. Η κατάρρευση της κρατικής οικονομίας ίσως και να προκαλούσε την διακοπή της λειτουργίας της Σχολής, έτσι δείχουν τα πράγματα -ίσως όμως και όχι. Ωστόσο η λειτουργία της θα σηματοδοτούσε ένα κίνημα εξισορρόπησης και θα ενέπνεε την ανάγκη περιποίησης του κέντρου και φροντίδα του χώρου, που αν μη τι άλλο θα ανακούφιζε από τα σωρευμένα χρόνια προβλήματα.

Στην περίπτωση του Πνευματικού Κέντρου, όσο περνούν τα χρόνια εκτός από τις λεηλασίες και τις φθορές της εγκατάλειψης, κανένα άλλο στοιχείο στην εικόνα του κτηρίου δεν δείχνει να επιβεβαιώνει τον χαρακτηρισμό του ως επικίνδυνου κτίσματος που επέτρεψε την σφράγισή του και αυτή με την σειρά της κλιμάκωσε την εγκατάλειψη του παλιού κέντρου. Ώστε εκεί τα πράγματα μοιάζουν πιο ομιχλώδη και αινιγματικά. Να ήταν πράγματι προβληματικό το κτήριο, ή μια απλή πρόφαση για την ταχύτερη εκκένωση του παλιού της κέντρου, ή έστω τον εξαναγκασμό της πολιτείας να συνδράμει στην δημιουργία νέου πολιτιστικού κέντρου; 

Μυστήριο αποτελεί το γεγονός ότι οι μειοψηφίες του δημοτικού συμβουλίου που έχουν κάθε λόγο να ελέγχουν, στα 15 χρόνια τώρα της εγκατάλειψης ενός περιουσιακού στοιχείου του κοινωνικού συνόλου, που υφίσταται φθορές και καταστρέφεται χωρίς να έχει κανείς κληθεί να λογοδοτήσει γι’ αυτό, δεν ανεκίνησαν και δεν ερεύνησαν το θέμα. Να επιβεβαιωθεί ή όχι η επικινδυνότητά του. Να παρέμβουν επιτέλους ακόμη και οι εισαγγελικές αρχές να ερευνήσουν το θέμα. Μιας και υπάρχουν σοβαρά ερωτηματικά: Αν είναι πράγματι επικίνδυνο γιατί επί τόσα χρόνια είναι (αν είναι) απλά κλειδωμένο; 

Ωστόσο, ούτε οι αρμόδιες αρχές κινήθηκαν. Ούτε καν την περίοδο που αεικίνητη διωκτική υπηρεσία της Καστοριάς έστελνε μαζικά στο εδώλιο του κατηγορούμενου, ιδιοκτήτες παλιών σπιτιών και αρχοντικών με την κατηγορία ότι η αδιαφορία για την συντήρησή τους, εγκυμονούσε κινδύνους για την ασφάλεια των διερχομένων. Ποτέ όμως δεν διατάχθηκε ούτε μια προκαταρκτική εξέταση για να ερευνηθεί σε βάθος και επί της ουσίας, όχι μόνο η εγκατάλειψη και οι λεληλασίες του Πνευματικού Κέντρου, καθώς και να αποδοθούν ευθύνες, όσο και πιο πριν να ερευνηθούν οι συνθήκες και η αλήθεια για την σφράγιση του κτηρίου, που προκαλεί ζημιά εκαντοντάδων χιλιάδων αν όχι εκατομμυρίων ευρώ με την καταστροφή ενός σημαντικού δημοτικού περιουσιακού στοιχείου. 

Για την οποία -δεν μπορεί- κάποιος θα πρέπει να έχει ευθύνη. Κάποιος ή κάποιοι, φαίνεται ότι ίσως και να μην είπαν όλη την αλήθεια. Και ενώ ολόκληρες πολυκατοικίες και ιδιωτικές κατοικίες που είναι υπό κατάρρευση, χάρη στις τεχνικές και δομικές δυνατότητες που προσφέρονται ενισχύονται και θωρακίζονται, ακόμη και μετά από σεισμούς και εφοδιάζονται με πιστοποιήσεις ασφάλειας για δεκάδες χρόνια, στην περίπτωση του Πνευματικού Κέντρου Καστοριάς, υπήρξε απόλυτη αδιαφορία τεχνικής αποκατάστασης του κτηρίου, αν υιοθετήσει βεβαίως κανείς την εκδοχή ότι αντιμετώπιζε πρόβλημα το μεγαθήριο. Γιατί και αυτό μάλλον σαν υπερβολή μοιάζει.

Όλα αυτά, 100 χρόνια από την απελευθέρωση της Καστοριάς, έχουν την δική τους σημειολογία. Στα παλιότερα χρόνια, η πόλη διέθετε το Πνευματικό της Κέντρο. Μικρό και ξεπερασμένο -αναχρονιστικό δείγμα της αντίληψης της δικτατορίας για τον πολιτισμό- ωστόσο κάλυπτε έστω και υποτυπωδώς κάποιες ανάγκες. Από διαλέξεις, προβολές, σχολικές εκδηλώσεις μέχρι και θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες καθώς και εκδηλώσεις για τις επετείους. Όλα βολεύονταν εκεί. 

Ενώ τώρα, 100 χρόνια μετά την απελευθέρωση, ο Δήμος Καστοριάς που μέχρις στιγμής δεν μπορεί να πραγματοποιήσει αυτά που υποσχέθηκε, περιέφερε την ένδεια και την πτώχεια της πόλης, ψάχνοντας χώρους να στεγάσει τις εκδηλώσεις που ο ίδιος διοργάνωσε. Και να αφήσει ως ανάμνηση για όλα αυτά την γεύση της ένδειας και κακομοιριάς. Όχι βεβαίως ότι ευθύνεται η σημερινή δημοτική αρχή για όσα δεν έγιναν επί τόσα χρόνια, αλλά στον δημόσιο βίο υπάρχει πάντοτε η συνέχεια. Μόνο στην περίπτωση της Καστοριάς μοιάζει να κόπηκε το νήμα. 


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 15 Νοεμβρίου 2012, αρ. φύλλου 666
Φωτό: Λεπτομέρεια τοιχογραφίας από το αρχοντικό Τσιατσαπά στο Απόζαρι 
(18ος αι., επισκευάστηκε πρώτη φορά το 1754).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ