22.5.12

ΕΛΕΝΗΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΑΦΕΙΑΔΟΥ: Συνέντευξη Παπανούτσου

Αυτές τις μέρες ανακάλυψα τυχαία σ’ ένα τετράδιό μου κάποιες σημειώσεις, που είχα κρατήσει πριν αρκετά χρόνια και αφορούσαν μια συνέντευξη του εξαιρετικού δημοσιογράφου Βαγγέλη Ψειράκη στο ραδιόφωνο στο Γ΄ Πρόγραμμα, που είχε πάρει από τον Ευάγγελο Παπανούτσο λίγα χρόνια πριν πεθάνει. Ξεκινούσε ο Ψειράκης λέγοντας: «Έτσι για να τον φέρουμε νοερά κοντά μας, ας ακούσουμε τον Ευάγγελο Παπανούτσο σε συνέντευξη, που μας είχε παραχωρήσει το 1984 με την ευκαιρία της έκδοσης του βιβλίου του “ Τα μέτρα της Εποχής μας” των Εκδόσεων Στρατή Φιλιππότη.

—«Κύριε Παπανούτσο, πολλές σελίδες του βιβλίου σας -αλλά και σε παλαιότερα μελετήματά σας- είναι αφιερωμένες στο ποιόν της ζωής. Πως τίθεται, κατά τη γνώμη σας, το πρόβλημα στην Ελλάδα και πώς μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε;»

Η απάντηση του Παπανούτσου.
—«Έχετε δίκιο να πιστεύετε πως πραγματικά το ποιόν της ζωής είναι ένα πρόβλημα, που με απασχολεί πάρα πολύ. Φοβάμαι, ότι οι Νεοέλληνες δεν έχουν καταλάβει αυτό το ποιόν καθόλου. Στην αρχή ο αγώνας και η αγωνία να αποκτήσουν χρήματα, επαγγελματική αυτοτέλεια, οικονομική ανεξαρτησία, , να γίνουν αυτοδύναμοι οικονομικά. Έπειτα, σιγά-σιγά βλέπουν, νομίζω, ότι αυτό δεν είναι ζωή, , ότι αυτό είναι μία διαρκής αγωνία, μια κούραση, ένας οίστρος, που τελειώνει πάντοτε άσχημα. Τί να κάνει; Οι παλιότερες γενιές το πρόβλημα αυτό το είχαν λύσει. Είχαν πει δηλαδή: Θα πρέπει πρώτα να κοιτάξουμε, πώς να ομορφύνουμε τη ζωή μας πώς να την κάνουμε καλύτερη απ’ ό,τι είναι τις ώρες της σχόλης, της πνευματικής ανάτασης να τις κάνουμε πλουσιότερες, περιεκτικότερες, δηλαδή να ασχοληθούμε πιο σοβαρά με την τέχνη. Ποιόν της ζωής σημαίνει χαρά της τέχνης πρώτα πρώτα. Χαρά από τα πολιτιστικά ιδεώδη και ινδάλματα, χαρά από τις επιδόσεις του πνεύματος.
Παλαιότερα υπήρχε το ποιόν της ζωής. Ζούσαν καλύτερα οι άνθρωποι. Βλέπουμε δε στα πολιτιστικά μας κέντρα παλαιότερα, όταν οι άνθρωποι δεν είχαν τις ανησυχίες του σημερινού ανθρώπου και τα προβλήματά του, υπήρχε αυτό το ποιόν της ζωής. Ζούσαν καλύτερα. Δούλευαν πολύ περισσότερο αλλά και καλύτερα απέδιδαν. Σήμερα τί γίνεται; Κερδίζουν πολύ περισσότερα αλλά ζημιώνονται από τον τρόπο της ζωής τους».

 Ψ— «Έχετε επισημάνει στα βιβλία σας, κύριε Παπανούτσο, ότι η βιοπάλη μας κάνει απάνθρωπους, ότι το ενδιαφέρον και η ζεστασιά απέναντι στο διπλανό μας τείνουν να εκλείψουν. Πώς θα μπορέσουμε, πώς είναι δυνατόν να ξαναβρούμε την ανθρωπιά μας, παρά τη θηριωδία, που μας έφερε «η πρόοδος»;

Π—«Η ζωή μας έχει γίνει πάρα πολύ ανταγωνιστική στις νέες κοινωνίες. Ζούμε ανταγωνιζόμενοι ο ένας τον άλλον. Να επικρατήσει, να υψωθεί, να ζήσει αυτός έστω και αν οι άλλοι πεθάνουν. Βλέπετε, σιγά-σιγά επικρατούν κανόνες, που άλλοτε ήταν απαράδεκτοι. Νέοι κανόνες και πρότυπα ζωής. Λούσο, πολυτέλεια αφάνταστη και μάλιστα αυτή η πολυτέλεια σε βάρος των άλλων, τους οποίους δεν λογαριάζουμε καθόλου. Έχω υπόψη μου περιστατικά, τα οποία πραγματικά με φοβίζουν. Βλέπω πολυτέλεια στο ντύσιμο, στο φέρσιμο στην κοινωνία στην επικοινωνία μεταξύ μας, στα ταξίδια. Αλλά ζουν οι άνθρωποι τόσο πεζά, τόσο πρόστυχα, μπορώ να πω, πολλές φορές, ώστε φεύγουν απαυδισμένοι από τη ζωή αυτή, γιατί δεν έχουν καταλάβει τι θα πει ποιόν ζωής. Το ποιόν της ζωής είναι άλλο πράμα, είναι να την ομορφύνεις. Είναι να επιτείνεις την ομορφιά της, να τη ζήσεις έντονα και κυρίως να υψωθείς ψηλά στη σφαίρα του πνεύματος».

Ψ— «Εσείς, κύριε Παπανούτσο, που αξιωθήκατε να ζήσετε το μισό τούτου του αιώνα, πέστε μας ένα σύντομο χαρακτηρισμό της σημερινής Ελλάδας. Πού πάμε; Τί κατορθώσαμε; Τί μένει να κατακτήσουμε;»

Π— «Δύσκολα μπορώ να σας απαντήσω, πάρα πολύ δύσκολα. Πολλές φορές βάζω το ερώτημα αυτό στον εαυτό μου και απάντηση δεν βρίσκω. . Οι παλαιότεροι κάτι είχαν, κάτι τους ωθούσε στην καλύτερη ζωή. Οι νεότεροι δεν έχουν τίποτε, δυστυχώς παρά πώς να κερδίσουν χρήματα και τίποτε άλλο. Και έπειτα μόλις κερδίσουν χρήματα ζουν τόσο πολύ άσχημα, τόσο περίεργα και φεύγουν γρήγορα από τη ζωή, φεύγουν. Τί θα κάνουμε δεν το ξέρω. Αν το ήξερα θα ήμουν ο φωστήρας του κόσμου. Δεν είμαι δυστυχώς ή ευτυχώς. Λέω μόνο τούτο στους ανθρώπους της εποχής μας. Λέω στους νέους: Μην νομίσετε ότι θα είστε ευτυχείς εάν κερδίσετε μόνο χρήματα, πλούτο, ευμάρεια , άνεση χρόνου. Όχι, όχι . Αν κερδίσω χρόνο, πού θα τον κατανείμω για να πω αν είναι καλύτερα;»

Ψ— «Πώς βλέπετε τη θέση της πολιτιστικής Ελλάδας σήμερα στην Ευρώπη; Πόσο βαραίνουμε; Πού υστερούμε;

Π— «Φοβούμαι πολύ και ανησυχώ, ότι βαραίνουμε λίγο. Το βάρος μας είναι μικρό. Τα Πανεπιστήμιά μας, τα Ανώτερα Ιδρύματα, οι Σχολές μας, τα Πνευματικά μας Ιδρύματα υστερούν ακόμα πάρα πολύ. Το θέμα με την κοινή αγορά και την ελευθερία κινήσεων είναι ότι καταλαβαίνουμε ακόμη περισσότερο πόσο υστερούμε στη ζωή αυτή ποιοτικά.
Τί να κάνουμε δεν ξέρω. Να καλλιεργήσουμε τον εαυτό μας, να τον μορφώσουμε, να τον εκπαιδεύσουμε, να τον αναπτύξουμε πνευματικά και ύστερα θα έρθουν όλα κανονικά».

Ψ—«Η ζωή του Παπανούτσου» συνέχισε ο δημοσιογράφος στους ακροατές του πλέον, «ήταν ένα αδιάκοπο μάθημα ανθρωπιάς, ταπεινοφροσύνης και πραότητας και οι νέοι ήταν το πάθος και η ελπίδα της ζωής του. “Είχα το προνόμιο και το σταυρό να αγωνιστώ από νωρίς στις πρώτες γραμμές και αργότερα σε καίριες θέσεις για την αναμόρφωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος” σημειώνει ο Παπανούτσος στην αυτοβιογραφία του, “είναι ο κόσμος του πνεύματος του ανθρώπου, που προσπαθώ να ερευνήσω, η τέχνη του, η επιστήμη του και η ηθική του ,που προσπαθώ να αναλύσω και να κατανοήσω”.

Δάσκαλος του λαού, φωτιστής του λαού, ο Παπανούτσος δεσπόζει στο νεοελληνικό στερέωμα, σπουδαίο κεφάλαιο του έθνους. Ανήσυχη συνείδηση των καιρών μας, οξυδερκής παρατηρητής και μελετητής τόσο των αιωνίων όσο και των διαβατικών φαινομένων της ανθρώπινης κοινωνίας, πόνεσε τον Ελληνισμό και λαχτάρησε να τον δει να ζει και να συμπεριφέρεται μέσα στην Ιστορία. Εκπαιδευτικός με ιδανικά, έζησε το πρόβλημα της Παιδείας, που είναι του έθνους μας κεφαλαιώδες πρόβλημα και στήριξε τη λύση του σε δύο κολόνες , τη γλώσσα και το γόνιμο διάλογο της παιδείας με την εποχή μας.

Υπήρξε μεταρρυθμιστής στο όνομα της αλήθειας και της ελληνικής ελευθερίας, όπως εκείνος την ένοιωσε και την εξέφρασε σ’ ολόκληρη τη ζωή του. Πάντα με ευγενές πάθος, εμμονή και ακράδαντη πίστη. Γράφεται στο περιοδικό Τετράδια Ευθύνης αφιερωμένο στον Παπανούτσο: «Αν με μίσησαν και με πολέμησαν πολλοί, πολλοί περισσότεροι —μου το έδειξαν και μου το δείχνουν κάθε μέρα —μιλούν για μένα με εκτίμηση και σεβασμό. Κι’ αυτό είναι η μεγαλύτερη χαρά και η ακριβότερη αμοιβή για μένα το δάσκαλο. Ένας πιστός και εγκάρδιος φίλος μου πρότεινε να ακολουθήσω το παράδειγμα του Αισχύλου. Όπως εκείνος παράγγειλε να υμνηθεί όχι ως τραγικός ποιητής αλλά ως Μαραθωνομάχος, έτσι κι εγώ να απαιτήσω να με τιμήσουν, άν θέλουν να με τιμήσουν, όχι σαν φιλόσοφο αλλά σαν δάσκαλο. Αν δεν φοβόμουν μήπως μου καταλογίσουν υπεροψία θα μπορούσα ίσως να δεχτώ του καλού φίλου την πρόταση. Γιατί, ομολογώ, τίποτε δεν με συγκινεί περισσότερο από το να ακούω να μου απευθύνουν το λόγο, από νέους αλλά και από ώριμους, με την προσφώνηση “δάσκαλε”. “Ιδιότητα δεν έχει η ανθρωπότης τιμιωτέραν, / εις τους θεούς ευρίσκονται τα πέραν…” , όπως το έλεγε ο Καβάφης.


Επιλογή σχετικών αναρτήσεων:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ